Όμορφα τοξωτά γεφύρια στην Ελλάδα

Όμορφα τοξωτά γεφύρια στην Ελλάδα
Υπάρχουν πολλά και ενδιαφέροντα πέτρινα και τοξωτά γεφύρια στην πατρίδα μας, άλλα όμορφα, άλλα χαλασμένα, άλλα διατηρούνται σε καλή κατάσταση και άλλα με ιστορία. Από αυτά διαλέξαμε, μετά από περίσκεψη και αρκετό δισταγμό, μερικά που μας άρεσαν και τα αναφέρουμε με σειρά αλφαβητική. Για μερικά δεν έχουμε βρει ακόμα κάποια γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία, αλλά ελπίζουμε μελλοντικά να τα συμπληρώσουμε.

Αζίζ Αγά

Άρτας
Το γεφύρι της Άρτας (στη λαϊκή παράδοση: γιοφύρι της Άρτας) είναι λιθόκτιστη γέφυρα του ποταμού Αράχθου, του 17ου αιώνα μ.Χ., στην πόλη της Άρτας, που έγινε πασίγνωστη από το ομώνυμο θρυλικό δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στην «εξ ανθρωποθυσίας» θεμελίωσή του. Ο ίδιος όρος αποτελεί επίσης σύγχρονη μεταφορική έκφραση όταν αναφέρονται έργα που αργούν να ολοκληρωθούν όπως και στο θρύλο του τραγουδιού («Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ γκρεμιζόταν»). Το πέτρινο γεφύρι της Άρτας, είναι το πιο ξακουστό στην Ελλάδα και αυτό βέβαια το χρωστάει στο θρύλο για τη «θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα», που η λαϊκή μούσα τον έκανε τραγούδι. Η αρχική κατασκευή του γεφυριού τοποθετείται στα χρόνια της κλασικής Αμβρακίας, επί βασιλέως Πύρρου Α’. Αυτό είναι φυσικό, επειδή στα μέρη αυτά αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός από τα προχριστιανικά ακόμη χρόνια. Συνεπώς, οι αρχαίοι Αμβρακιώτες είχαν ανάγκη να κατασκευάσουν στο σημείο αυτό κάποιο πέρασμα, γεφύρι, έργο που ασφαλώς θα βελτιώθηκε στα Ελληνιστικά χρόνια, όταν ο βασιλιάς Πύρρος Α’ έκανε την Αμβρακία πρωτεύουσα του κράτους του, κι ακόμη αργότερα (στα ρωμαϊκά χρόνια) με την άνθηση της διπλανής Νικόπολης και την αύξηση της εμπορικής κίνησης. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το έτος 1602-1606 μ.Χ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η χρηματοδότηση της κατασκευής του Γεφυριού της Άρτας έγινε από έναν Αρτινό παντοπώλη, τον Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, που προφανώς είχε εμπορικές δραστηριότητες και ενδιαφερόταν για τη διάβαση του Αράχθου ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του. Δυστυχώς τα στοιχεία που μας παρέχουν οι αρχαίες πηγές είναι ελάχιστα και γι’ αυτό είμαστε αναγκασμένοι να στηριχθούμε για τη μελέτη του στο ίδιο το κτίσμα.

Αρτοτίβας
Το γεφύρι της Αρτοτίβας κατασκευάστηκε ή ανακατασκευάστηκε κατά την Α’ Ενετοκρατία (1407-1499) σε σχήμα τοξωτό κι είναι λιθόκτιστο με ασβεστοκονίαμα. Βρίσκεται σε μοναδική θέση στο στενότερο σημείο του ποταμού Εύηνου λίγο πριν συναντήσει τον παραπόταμό του Κότσαλο. Έχει άνοιγμα 22,35 μ., πλάτος 2,4 μ. και πάχος 1 μ. Το οδόστρωμα από τα δύο άκρα της γέφυρας έως την κορυφή προχωρά με κεκλιμένα πλατύσκαλα. Η τελική επίστρωση γίνεται με καλντερίμι επιμελώς κατασκευασμένο. Συνέδεε τη δυτική Αιτωλία με την ορεινή Ναυπακτία και Ευρυτανία μέχρι τη δεκαετία του 1950, οπότε κατασκευάσθηκε ο νέος δρόμος Θέρμου-Πλατάνου.

Ζιάκα

Κλεπάς
Το γεφύρι της Κλεπάς έφερε σε επικοινωνία τους κατοίκους της Κλεπάς και της περιοχής της με τα απέναντι νοτιόχωρα, τα Κρυονέρια, την Ελατόβρυση, κ.ά. Θεωρείται το στενό αυτό του Ευήνου πύλη από την Ευρυτανία στην Αιτωλία: Από εδώ εισέβαλε το φθινόπωρο του 1823 ο Μουσταή Πασάς της Σκόδρας, αφού είχε συγκρουστεί στο Κεφαλόβρυσο Καρπενησίου με τον Μάρκο Μπότσαρη με τα γνωστά αποτελέσματα. Εδώ από πάνω στα απρόσιτα βράχια της «Αποκλείστρας» της Κλεπάς είχε καταφύγει τότε κόσμος και γλίτωσε. Ακόμα σήμερα καταφεύγουν εκεί πάμπολλα αρπακτικά, γεράκια, αετοί, δείγμα υγείας του τοπικού οικοσυστήματος. Πρόκειται για γέφυρα με χαμηλωμένο τόξο. Το άνοιγμα της είναι 10,42 μ, ενώ το εσωράχιο βρίσκεται περίπου 12,60 μ. πάνω από την κοίτη. Το κατάστρωμα είναι οριζόντιο. Το κατασκευαστικό του πλάτος μετρήθηκε 3,04 μ. και περιορίζεται από δύο υποδειγματικά λαξευμένα λίθινα στηθαία, συχνά ολόλιθα πλάτους 0,32-0,34 μ. και ύψους 0,53-0,64 μ. Στη βάση των στηθαίων προβάλλει κατά 0,18 μ. πέτρινος κοσμίτης πάχους (ύψους) 0,23 μ. και το μέτωπο του τόξου προβάλλει ελαφρά λίγα εκατοστά: Αποτελείται από μεγάλους θολίτες μήκους 0,70 μ. με περιτένεια γύρω και κύφωση ενδιάμεσα. Από το ίδιο γκρίζο ασβεστολιθικό υλικό κτίστηκαν και οι τοίχοι («τύμπανα») των προσώπων της γέφυρας, με πέτρες επιτηδευμένα και με κύφωση λαξευμένες. Το έργο χρονολογείται σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες στα 1885. Πάντως στα 1890 υπήρχε, καθώς τότε το αναφέρει ο Ανδρέας Καρκαβίτσας. Η καλολαξευμένη αυτή γέφυρα σώζεται μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση.

Κλειδωνιάς

Μεσοχώρας

Πλάκας
Η ονομαστή αυτή γέφυρα της Πλάκας στέκει περήφανη από το 1866. Είναι αρχιτεκτονικό μεγαλούργημα, που αποσπά τον θαυμασμό απ’ όποιον τη διαβαίνει ή την αντικρίζει από κοντά ή μακριά. Η γέφυρα έχει συνολικό μήκος 61 μ. και ύψος 19,70 μ. Η μεγάλη καμάρα λεπτή και αέρινη έχει άνοιγμα 39 μ. Τη σχεδίασε και την έχτισε ο μαστρο-Μπέκας στις αρχές του Ιουλίου του 1866. Εντατικά εργάστηκε το πολυπληθές συνεργείο και το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου έλαβαν τέλος οι εργασίες.

Πόριαρη
Αξίζει να επισκεφτεί κανείς το πέτρινο μονότοξο γεφύρι (χρονολογείται γύρω στο 1885) στον Κάμπο Σίμου. Επίσης εντύπωση προκαλεί το μεγάλο πλατανόδασος σε πλάτωμα της κοίτης στον οικισμό Πλατανιάς στη Φαμίλα. Ο χώρος προσφέρεται για τη διοργάνωση πολιτιστικών ψυχαγωγικών εκδηλώσεων.

Κεφαλογιόφυρο
Το Κεφαλογιόφυρο είναι ένα εξαίρετο μνημείο γεφυροποιίας στις κλεισούρες του Μόρνου κάτω από τον οικισμό Καταφύγιο που διατηρείται πολύ καλά από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Από το γεφύρι αυτό επικοινωνούσε η Δωρίδα με τη Ναυπακτία, ιδιαίτερα όταν ο Μόρνος κατέβαζε και ήταν αδιάβατος. Από αυτό πέρασαν και βρήκαν καταφύγιο στο κοντινό Μοναστήρι της Βαρνάκοβας οι διασωθέντες της ηρωικής Εξόδου του Μεσολογγίου (10 Απριλίου 1826). Το γεφύρι, σύμφωνα με την παράδοση, είναι διπλά στοιχειωμένο. Τα δύο «στοιχειά», ο Αράπης από το Ναυπακτιώτικο μέρος και η Μπελεσίτσα από το δωρικό βοηθώντας το ένα το άλλο καταφέρνουν αιώνες τώρα και προστατεύουν το γεφύρι από το θυμό του Μόρνου.

Leave A Response