Η σεξουαλικότητα δεν εγκαταλείπει ποτέ τον άνθρωπο. Η προχωρημένη ηλικία δεν σημαίνει το τέλος της. Βέβαια όπως και άλλες λειτουργίες, η σεξουαλικότητα παρουσιάζει μεταβολές και επιβραδύνεται. Ανάμεσα στους παράγοντες του κινήτρου «θέλω να ζήσω» εκτός από την συναισθηματική πληρότητα, τη συντροφικότητα και την αυτοφροντίδα αποτελεί η σεξουαλική ζωή.
Οι ηλικιωμένοι συχνά αντιμετωπίζουν την σεξουαλικότητα ως μία έκφραση πάθους, στοργής, θαυμασμού και αφοσίωσης, ως ανανέωση ενός ρομάντζου, ως μία γενική επιβεβαίωση της ζωής, ιδιαίτερα της ευχάριστης πλευράς της και ως μία ευκαιρία για ωριμότητα και εμπειρία.
Επιπλέον η σεξουαλική δραστηριότητα είναι ένα μέσο επιβεβαίωσης της καλής φυσικής λειτουργίας για τους ηλικιωμένους, διατήρηση ενός ισχυρού στοιχείου ταυτότητος, αυτοπεποίθησης και αποτροπής της νευρικότητας.
Παρ’ όλα ταύτα δεν έχουν όλοι οι ηλικιωμένοι θετική στάση έναντι της σεξουαλικότητας. Ακόμη και υγιή ηλικιωμένα άτομα ίσως εσωτερικεύοντας αρνητικά στερεότυπα, θεωρούν τους ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας ως σεξουαλικά ανίκανους. Μερικοί δείχνουν προκατάληψη απέναντι σε άλλους ηλικιωμένους και αρνούνται να συναναστραφούν μαζί τους.
Όπως όλοι οι άνθρωποι, οι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας ίσως περάσουν σεξουαλικές δυσλειτουργίες που οφείλονται σε σωματικές, οργανικές ή και ψυχιατρικές παθήσεις. Όσο μεγαλώνουν οι άνθρωποι, απαιτούν περισσότερο χρόνο για να διεγερθούν σεξουαλικά. Μερικοί ασθενείς δεν έχουν πληροφορηθεί σωστά σχετικά με την σεξουαλικότητα και ίσως αρνούνται να συζητήσουν σεξουαλικά ζητήματα για τα οποία έχουν αισθήματα ενοχής και ντροπής. Ακόμα και αν η σεξουαλική δυσλειτουργία είναι εμφανής, αυτά τα άτομα δεν είναι πρόθυμα να δεχθούν οποιαδήποτε βοήθεια. Ωστόσο ο καθησυχασμός και η πληροφόρηση από έναν ιατρό μπορεί να ωθήσει μερικά άτομα να αποκτήσουν μια πιο θετική εικόνα του εαυτού τους και να εκφράσουν τις σεξουαλικές τους ανάγκες.