Πρωκτικός κνησμός . Πως αντιμετωπίζεται
Εισαγωγή
Ο πρωκτικός κνησμός είναι διαδεδομένος σήμερα και θεωρείται η ασθένεια της σύγχρονης εποχής. Περιστασιακά, οι αιτίες αυτής της πάθησης μπορεί να είναι τα παράσιτα των εντέρων, οι ψείρες, οι μύκητες , οι αιμορροΐδες ή άλλες παθήσεις του πρωκτού όπως ο πρωκτικός καρκίνος. Σπάνια, η αιτία μπορεί να είναι οι τροφικές αλλεργίες και οι αλλεργίες στα φάρμακα όπως τα αντιβιοτικά.
Ο πρωκτικός κνησμός συνδέεται επίσης με ορισμένες συστηματικές διαταραχές, όπως ο ίκτερος, ο διαβήτης, το λέμφωμα και η ουραιμία. Ο πρωκτικός κνησμός είναι ένα νόσημα που αυτοδιαιωνίζεται: το ξύσιμο προκαλεί περαιτέρω ερεθισμό, ο οποίος γίνεται μια νέα πηγή κνησμού. Η αιτία του πρωκτικού κνησμού μπορεί να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, καθιστώντας έτσι τις συνθήκες για τη θεραπεία του δυνητικά δύσκολες. Τις περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται στις συντηρητικές θεραπείες τις αποκαλούμε ανθεκτικός ιδιοπαθής πρωκτικός κνησμός και είναι εξαιρετικά δύσκολη η αντιμετώπιση τους.
Ενδείξεις και συμπτώματα
Φαγούρα, ιδιαίτερα τη νύχτα. Εμφανίζονται δερματικές αλλοιώσεις, οι οποίες οφείλονται εν μέρει στην υπεραιμία από το ξύσιμο, εκδορές, αμυχές, πύκνωση και δημιουργία λειχήνων.
Αιτιολογία και θεραπεία
Η θεραπεία ποικίλλει ευρέως, ανάλογα με την πραγματική αιτία του κνησμού. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, πρέπει να αξιολογηθεί εκ νέου η υγιεινή του πρωκτού και ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον καθαρισμό και το απαλό σκούπισμα μετά τις αφοδεύσεις. Χρησιμοποιούνται διαφορα προϊόντα ειδικά σχεδιασμένα με μαλακτικά συστατικά για να καθαρίζουν και να απαλύνουν τις περιπρωκτικές και εξωτερικές περιοχές του κόλπου μετά το σκούπισμα. Πολλές φορές οι ασθενείς χρησιμοποιώντας πολλά σκευάσματα και υπερβολική καθαριότητα μπορούν να επιδεινώσουν το πρόβλημα. Συνταγογραφούνται συχνά, φάρμακα υδροκορτιζόνης που εφαρμόζονται τοπικά, ειδικά στην πρώτη φάση της θεραπείας για την αντιμετώπιση των δερματικών αλλοιώσεων (δερματίτιδα εξ επαφής). Δεν συνιστάται η μακροχρόνια χρήση τους .
Ένα από τα κύρια προβλήματα με τη θεραπεία είναι ότι η ασθένεια είναι αυτοδιαωνιζόμενη και η κατάσταση επιδεινώνεται από το ξύσιμο και το τρίψιμο. Ο έντονος κνησμός κάνει τον ασθενή να ξύνει την πάσχουσα περιοχή. Το ξύσιμο και το τρίψιμο στις επιφανειακές στιβάδες του δέρματος κάνει τον κνησμό χειρότερο, αναγκάζοντας τον ασθενή να ξύνεται περισσότερο. Καθώς το περιπρωκτικό δέρμα αρχίζει να σπάει, τα προστατευτικά στρώματα του δέρματος αρχίζουν να στάζουν διάμεσο υγρό. Η περιοχή τότε γίνεται υγρή και ευπαθής σε προσβολή από μύκητες. Δημιουργούνται ανοιχτές πληγές από το ξύσιμο, που γίνονται ευάλωτες στη μόλυνση από βακτήρια. Ετσι η θεραπεία πάντοτε εξατομικεύεται και εξαρτάται από το βαθμό των δερματικών αλλοιώσεων.
Χρησιμοποιώντας μια προστατευτική κρέμα ή μια μαλακτική αλοιφή, μπορούμε να βοηθήσουμε στην πρόληψη ερεθισμού του δέρματος από την άμεση επαφή με τα κόπρανα. Σε περίπτωση που υπάρχει ανάπτυξη μυκητίασης , θα πρέπει να προστεθούν στη θεραπευτική αγωγή και αντιμυκητιασηκά φάρμακα.
Σε περίπτωση που υπάρχει μια βακτηριακή συνιστώσα στον ερεθισμό του δέρματος, πρέπει να συνταγογραφούνται επίσης αντιμικροβιακά φάρμακα. Σκευάσματα που περιέχουν συνδυασμό αντιμυκητιακού, αντιβακτηριακού, και κορτικοστεροειδούς μπορεί να βοηθήσουν διότι μπορεί να θεραπεύσουν τα συμπτώματα του κνησμού καθώς και πολλές από τις αιτίες που προκαλούν τον ερεθισμό του περιπρωκτικού δέρματος.
Το ζεστό και υγρό περιβάλλον είναι ιδανικό για να επιτραπεί η ανάπτυξη των μυκήτων και βακτηρίων. Σε περίπτωση που η περιπρωκτική περιοχή είναι ερεθισμένη από μια συνεχή αίσθηση υγρασίας, θα πρέπει να στεγνώνεται η περιοχή με πιστολάκι μετά από το ντους, και να τοποθετήσετε βαμβάκι ανάμεσα στους γλουτούς για να διατηρείται η ξηρότητα.
Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθούν σκόνες απορροφητικές που δεν περιέχουν άμυλο καλαμποκιού, το οποίο είναι τροφή για τα βακτηρίδια και τους μύκητες και πρέπει να αποφεύγονται. Στην περίπτωση της υπεριδρωσίας στην περιπρωκτική περιοχή μπορεί να φανεί χρήσιμη μια συνταγή κατά της εφίδρωσης που περιέχει εξαϋδρικό αλουμίνιο ή χλωριούχο αλουμίνιο.
Η δίαιτα χωρίς σύνεση, η χρήση των αντιβιοτικών ή μια μόλυνση, μπορεί να μεταβάλουν το pH (μέτρο της οξύτητας ή αλκαλικότητας ενός διαλύματος) του εντερικού σωλήνα. Μια απλή εξέταση της οξύτητας κοπράνων μπορεί να είναι χρήσιμη για τη διάγνωση του προβλήματος, αλλά δεν είναι εξειδικευμένη και δεν θα πρέπει να αρκεστούμε σε αυτήν. Μια αύξηση του pH (αλκαλικότητα) επιτρέπει στο φυσιολογικό προστατευτικό μηχανισμό του εντερικού σωλήνα να χαθεί, αυξάνοντας τον πολλαπλασιασμό των μυκήτων και των βακτηρίων.
Για να διορθωθεί αυτό, η δίαιτα μπορεί να μεταβληθεί έτσι ώστε να αποφευχθούν οι τροφές με υψηλή αλκαλικότητα και το είδος των τροφών που προέρχονται από ζύμωση, όπως οι χυμοί εσπεριδοειδών, η μπύρα, το κρασί και τα ανθρακούχα ποτά. Επαναφέρονται στον εντερικό σωλήνα φιλικά βακτήρια, με τη μορφή των Lactobacillus acidophilus τα οποία λαμβάνονται από το στόμα 4 φορές την ημέρα για 7-10 ημέρες.
Τέλος, ο ασθενής πρέπει να εξετάζεται για τροφικές αλλεργίες και ευαισθησίες. Μια κοινή αιτία του πρωκτικού κνησμού μπορεί να είναι η δυσανεξία στη λακτόζη (η ανικανότητα να χωνέψει σημαντικές ποσότητες λακτόζης, το κυρίαρχο σάκχαρο του γάλακτος και του τυριού). Τα αντισταμινικά μπορεί να βοηθήσουν στην εξουδετέρωση της αντίδρασης ορισμένων αλλεργιογόνων. Θα πρέπει να αποφεύγονται τα τρόφιμα στα οποία παρουσιάζεται δυσανεξία. Επίσης πρέπει να αποφεύγονται τρόφιμα που παρατηρούμε ότι η χρήση τους προκαλεί επιδείνωση του κνησμού. Τέτοια συνήθως είναι: η σοκολάτα, τα εσπεριδοειδή, ο καφές, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι ξηροί καρποί, πικάντικα τρόφιμα, οι ντομάτες κ.α. .
Συνήθως η αιτία του πρωκτικού κνησμού μπορεί να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Επίσης δύσκολη είναι και η αντιμετώπιση του. Σε αρκετές περιπτώσεις οι παραπάνω θεραπείες έχουν πτωχά αποτελέσματα και ο πρωκτικός κνησμός θεωρείται ανθεκτικός. Σε αυτές τις μορφές ανθεκτικού πρωκτικού κνησμού, προτείνονται ειδικές τεχνικές που φαίνεται να απαλλάσσοντας από το χρόνιο βασανιστικό πρόβλημα το 90% αυτών των ασθενών.