Λευκός ΠύργοςΣτην αρχή ονομαζόταν Πύργος του Λέοντος, όπως αναφέρει τουρκική επιγραφή του 1535-1536, η οποία υπήρχε στην είσοδό του εξωτερικού περιβόλου (τώρα κατεδαφισμένος) και η οποία μάλλον αναφερόταν στη χρονολογία κατασκευής του περιβόλου.
Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου. Ο τελευταίος χρονολογείται τον 16ο αιώνα.
Δεν είναι γνωστό πότε ακριβώς χτίστηκε, στη θέση προϋπάρχοντος βυζαντινού πύργου.. Παλιότερα πιστευόταν πως ήταν έργο των Βενετών αλλά αυτό έχει πια απορριφθεί από τη σύγχρονη ιστοριογραφία. Κατά μία εκδοχή, η χρονολογία κατασκευής του μνημείου τοποθετείται περί το 1450-1470, λίγο μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους (1430) και πρόκειται για ένα από τα πρωιμότερα δείγματα οθωμανικής οχυρωματικής που λαμβάνει υπόψη της το πυροβολικό.
Έχει διατυπωθεί η υπόθεση πως αρχιτέκτονας του Πύργου ήταν ο φημισμένος Μιμάρ Σινάν, βάσει της ομοιότητας με ανάλογο πύργο στη Valona (Αυλώνα) της Αλβανίας ο οποίος κτίστηκε τη δεκαετία του 1530. Χρονολόγηση κορμών ξύλου που χρησιμοποιήθηκαν στο Λευκό Πύργο έδειξε ότι κόπηκαν το έτος 1535 αλλά υπάρχει η πιθανότητα οι κορμοί να χρησιμοποιήθηκαν σε εκτεταμένη επισκευή του μνημείου.
Όλα αυτά καταδείχνουν τις δυσκολίες στη χρονολόγηση μνημείων της οθωμανικής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής της εποχής της Αναγέννησης.
O Λευκός Πύργος είναι κυλινδρικός, έχει ύψος 33.9 μ. και διάμετρο 22.7 μ. Διαθέτει ισόγειο και έξι ορόφους, οι οποίοι επικοινωνούν μεταξύ τους με εσωτερικό κλιμακοστάσιο συνολικού μήκους 120 μ. Στο κέντρο κάθε ορόφου υπάρχει μία μεγάλη κυκλική αίθουσα. Στον τελευταίο όροφο, περιμετρικά της κεντρικής αίθουσας, σχηματίζεται ένας ανοιχτός κυκλικός εξώστης, ο οποίος προσφέρει εξαιρετική και πανοραμική θέα της Θεσσαλονίκης, αλλά και της θάλασσας.
Από τον 17ο αιώνα και μετά ονομαζόταν ανεπίσημα Φρούριο της Καλαμαριάς και Πύργος των Γενιτσάρων. Μετά την διάλυση του τάγματος των Γενίτσαρων το 1826 αποκτά το όνομα Πύργος του Αίματος λόγω των σφαγών των Γενιτσάρων. Το όνομα διατηρείται και μετά το 1826 λόγω της λειτουργίας του ως φυλακή μελλοθανάτων και τόπο βασανιστηρίων, τα οποία συχνά εκτελούνταν από τους Γενιτσάρους γεμίζοντας με αίμα τους τοίχους. Το σύγχρονο όνομά του το πήρε όταν ένας εβραίος κατάδικος, τον ασβέστωσε με αντάλλαγμα την ελευθερία του, το 1891. Μέχρι το 1912 ο χριστιανικός πληθυσμός συνεχίζει να τον αναφέρει Kanli-Kule , ενώ ο εβραϊκός υιοθετεί το Torre Blanca, που υιοθετούν και οι τούρκοι ως Beyaz-Kule, δηλαδή Λευκός Πύργος.
Κατά την Τουρκοκρατία έγιναν προσθήκες και τροποποιήσεις στα τείχη της πόλης, στις οποίες εντάσσεται και ο Λευκός Πύργος, μαζί με το Επταπύργιο και τον Πύργο Τριγωνίου). Ο τελευταίος χρονολογείται τον 16ο αιώνα.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Λευκός Πύργος στέγαζε το κέντρο διαβιβάσεων των Συμμάχων, ενώ το 1916 χρησιμοποίησαν έναν όροφό του για τη φύλαξη αρχαιοτήτων από αρχαιολογικές εργασίες στη ζώνη ευθύνης του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912), τομνημείο περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο και έως το 1983 φιλοξένησε την αεράμυνα της πόλης, το εργαστήριο Μετεωρολογίας του Πανεπιστημίου και συστήματα Ναυτοπροσκόπων.
Από το 1983 έως το 1985 η Αρχαιολογική Υπηρεσία συντήρησε και αναστήλωσε το μνημείο και το διαμόρφωσε σε εκθεσιακό χώρο.
Ασλανίδου Δέσποινα – Θαρροπούλου Φωτεινή – Γαρνέλης Νίκος