Ἔστιν ἄρα ἡ ἀρετὴ ἕξις προαιρετική, ἐν μεσότητι οὖσα τῇ πρὸς ἡμᾶς, ὡρισμένῃ λόγῳ καὶ ὡς ἂν ὁ φρόνιμος ὁρίσειεν. μεσότης δὲ δύο κακιῶν, τῆς μὲν καθ’ ὑπερβολὴν τῆς δὲ κατ’ ἔλλειψιν· καὶ ἔτι τῷ τὰς μὲν ἐλλείπειν τὰς δ’ ὑπερβάλλειν τοῦ δέοντος ἔν τε τοῖς πάθεσι καὶ ἐν ταῖς πράξεσι, τὴν δ’ ἀρετὴν τὸ μέσον καὶ εὑρίσκειν καὶ αἱρεῖσθαι. διὸ κατὰ μὲν τὴν οὐσίαν καὶ τὸν λόγον τὸν τὸ τί ἦν εἶναι λέγοντα μεσότης ἐστὶν ἡ ἀρετή, κατὰ δὲ τὸ ἄριστον καὶ τὸ εὖ ἀκρότης. (Ηθικά Νικομάχεια 1106b.36 έως 1107a.8)
Είναι λοιπόν η αρετή μία έξη προαιρετική, που βρίσκεται στο σε σχέση με μας μέσο (δηλ. το μέσο όχι του πράγματος αλλά το προς εμάς μέσο· π.χ. αν το μέσο στις δέκα μερίδες φαγητού είναι οι πέντε, πιθανόν για έναν επαγγελματία παλαιστή να είναι λίγο και για μας πάλι πολύ), καθορισμένη από τον λόγο και όπως θα όριζε ο φρόνιμος. Μεσότητα δε που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο κακίες, της μεν στην υπερβολή της δε στην έλλειψη· και ακόμη με τις μεν (κακίες) να ελλείπουν και τις δε να υπερβάλλουν του δέοντος, όσον αφορά τα πάθη και τις πράξεις, την αρετή και να βρίσκει και να επιλέγει το μέσο. Γι’ αυτό ως προς την ουσία και τον λόγο που λέει τι είναι το είναι (ποια είναι η ουσία) αυτής είναι μεσότητα, ενώ ως προς το άριστο και το καλό ακρότητα.