Οι γονείς κι οι παιδαγωγοί παιδιών, κυρίως προσχολικής ηλικίας, δυσκολεύονται συχνά να διακρίνουν πότε η συμπεριφορά ενός παιδιού αποκλίνει από την προσδοκώμενη για την ηλικία του και πότε είναι φυσιολογική σε σχέση με το αναπτυξιακό του στάδιο, ακόμη κι αν είναι ενοχλητική για το περιβάλλον του.
Κατά την προσχολική ηλικία, η αυξημένη κινητική δραστηριότητα, η παρορμητική συμπεριφορά και η περιορισμένη διάρκεια συγκέντρωσης της προσοχής θεωρούνται φυσιολογικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες σημαντικές ενδείξεις που διαφοροποιούν αισθητά τη συμπεριφορά των παιδιών με ΔΕΠ-Υ από αυτή των συνομηλίκων τους.
Μια διαφορά ανάμεσα σε ένα παιδί με ΔΕΠ-Υ και σε ένα ζωηρό παιδί αφορά στην ικανότητα και στο βαθμό ελέγχου της κινητικής δραστηριότητας ανάλογα με τις περιστάσεις. Ένα ζωηρό παιδί είναι σε θέση να ελέγξει την κινητικότητά του σε ικανοποιητικό βαθμό και να τη μειώσει σε περιστάσεις όπου η αυξημένη κινητικότητα δεν είναι ενδεδειγμένη. Αντιθέτως, ένα παιδί με ΔΕΠ-Υ δυσκολεύεται εξαιρετικά να παραμείνει ήσυχο ακόμη και σε περιπτώσεις όπου γνωρίζει ότι αυτό επιβάλλεται.
Μια άλλη βασική διαφορά σχετίζεται με την ποιότητα της κινητικότητας των παιδιών με ΔΕΠ-Υ σε σύγκριση με αυτή των άλλων παιδιών. Πολλές φορές τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ αντιμετωπίζουν δυσκολίες τόσο στον τομέα της αδρής κινητικότητας (π.χ. κλωτσώ την μπάλα) όσο και στον τομέα της λεπτής κινητικότητας (π.χ. κρατώ το μολύβι).
Η αυξημένη κινητική δραστηριότητα των παιδιών με ΔΕΠ-Υ είναι πολλές φορές εμφανής ακόμη και στον ύπνο τους. Τα ζωηρά -αλλά τυπικώς αναπτυσσόμενα παιδιά – δεν παρατηρείται τέτοια συμπεριφορά.
Ένα από τα βασικότερα συνοδά προβλήματα των παιδιών με ΔΕΠ-Υ είναι τα προβλήματα λόγου κι ομιλίας, τα οποία συχνά αποτελούν τις πρώτες ανησυχητικές ενδείξεις για τους γονείς και είναι συνήθως αίτιο παραπομπής του παιδιού σε ειδικό. Ανάλογες δυσκολίες στη γλωσσική ανάπτυξη δεν εντοπίζονται συνήθως στις περιπτώσεις των παιδιών που είναι απλά ζωηρά.
Η ικανότητα παρατεταμένης συγκέντρωσης των παιδιών με ΔΕΠ-Υ είναι εξ ορισμού ελλειμματική. Αυτό δε σημαίνει ότι τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να συγκεντρωθούν καθόλου, αλλά ότι χρειάζονται συγκεκριμένες προϋποθέσεις προκειμένου να το επιτύχουν.
Τέλος, τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ είναι συχνά ευέξαπτα και ευερέθιστα και η αδυναμία τους να ανταποκριθούν ικανοποιητικά σε πολλές από τις απαιτήσεις του περιβάλλοντος, σε συνδυασμό με τις αυξημένες παρατηρήσεις τις οποίες συνήθως δέχονται, μπορεί να πυροδοτεί εκ μέρους τους προκλητική και αντιδραστική συμπεριφορά.