Η Μύηση του Θησέα

Η Μύηση του Θησέα

Ο Θησέας υπήρξε ήρωας που μυήθηκε στα Ελευσίνια και στα Κρητικά «μυστήρια», και ήρθε αντιμέτωπος με τις ορατές και αόρατες δυνάμεις, ακόμα και με τον ίδιο ακόμα τον θάνατο (τον Άδη), καθώς θέλησε με την αρπαγή της Περσεφόνης να νικήσει τον θάνατο και την κοσμική τάξη.

Τα «μυστήρια» αφορούσαν ιερουργίες και δρώμενα σε σκοτεινά σπήλαια και ναούς υπό άκρα μυστικότητα. Εκεί τελούνταν αλληγορικές αναπαραστάσεις υπό τον μύθο κάποιας Θεότητας που συνήθως πέθαινε και αναγεννιόταν, συμβολίζοντας το πεπρωμένο της ψυχής μετά θάνατον, αλλά ταυτοχρόνως και την ενότητα που συνδέει όλα τα όντα.

Η μυητική διαδικασία αποσκοπούσε στην διεύρυνση της συνείδησης, ώστε να κατανοηθεί ο εαυτός του στην ολότητα του, και η πραγματική θέση του ανθρώπου στο σύμπαν. Ένα σύμπαν που καταστρέφεται (πεθαίνει) και δημιουργείται (ανασταίνεται) αέναα. Αυτό που επιτυγχανόταν δια μέσω μίας «έκτακτης και εκστατικής εμπειρίας μετάβασης» από το υλικό στο πνευματικό πεδίο, η οποία ενδυναμώνονταν μέσω της κατάλυσης του ισχυρότερου ανθρώπινου φόβου, του θανάτου.
Η μυητική βιωματική εμπειρία του θανάτου κατ’ αντιστοιχία του κύκλου των εποχών του θανάτου και της αναγέννησης, ενίσχυε την αρχέγονη παράδοση που θεωρούσε ότι τα πάντα στον κόσμο αλληλοσυνδέονται ως μέρη μιας και μοναδικής ουσίας με ομογενή ποιότητα και σύσταση. (Αρχαίες πεποιθήσεις που συναντούν σήμερα, τα πορίσματα της κβαντικής φυσικής).
Η διαδικασία αυτή υπερέβαινε την καθημερινή γνωστική λειτουργία, για αυτό τον λόγο είχε ανάγκη από ειδικά εργαλεία: Τα σύμβολα, τις εικόνες, τον μη κοινό λόγο. Ο συμβολικός, «μυητικός Θάνατος» σε ένα τέτοιο επίπεδο αποτελεί μια «Π- ύλη», το πέρασμα από την ύλη στο πνεύμα την μήτρα όλων των όντων .

Αρχικά στις πρωτόγονες κοινωνίες δια μέσω της μύησης γίνονταν δεκτοί στην φυλή οι νέοι και οι νέες που ενηλικιώνονταν. Μέσα από το τελετουργικό της μύησης τα νεαρά μέλη της φυλής που ενηλικιώνονταν, υποβάλλονταν σε μια μυητική τελετή που συνίστατο στην αποδοχή εκ μέρους τους των ηθών και των εθίμων και των παραδόσεων της τοπικής κοινωνίας στην οποίαν ανήκαν, αλλά και κατόπιν αυτού, στην αμοιβαία αποδοχή τους από το κοινωνικό σύνολο.
Οι μυήσεις απαιτούσαν αυτές την απομάκρυνση για ένα χρονικό διάστημα από την οικογενειακή εστία και στη σκληραγώγηση των νέων μέσω ενός αυστηρού τρόπου ζωής. Αυτό αποσκοπούσε στο να αποβάλλουν την παιδική τους άγνοια και μυηθούν στη γνώση, μαθαίνοντας οι μυούμενοι να αντιμετωπίζουν μόνοι τους τις δυσκολίες της ζωής και να επιβιώνουν σε δυσμενείς συνθήκες.Ο μυούμενος καλούταν μέσα από τις ιερές τελετουργίες να αποδεχθούν τους ιερούς και απαράβατους νόμους και κανόνες της φυλής, και αφού αποδείκνυε την αξία του, στο τέλος «πέθαινε» για να «ξαναγεννηθεί» ως ισότιμο και ενήλικο μέλος της φυλής.

Κάθε τελετουργικό μετάβασης σύμφωνα με τον Arnold van Gennep χαρακτηρίζεται από τρία στάδια. Πρώτο είναι το στάδιο του «αποχωρισμού», κατά το οποίο το άτομο αποστασιοποιείται από το σύνολο όπου ανήκε ή την ταυτότητα που είχε ως τότε. Έπειτα το άτομο υπεισέρχεται σε μια διαδικασία «μετάβασης»από το προηγούμενο στάδιο της ζωής του στο νέο. Εν τέλει το άτομο βρίσκεται στο τρίτο στάδιο της «ενσωμάτωσης» ή «ένταξης», κατά τη διάρκεια του οποίου γίνεται μέλος του νέου τρόπου ζωής του.
Έτσι, το άτομο μεταβαίνει από κάτι παλαιό, σε κάτι ενδιάμεσο και τέλος σε κάτι νέο. Ο άνθρωπος ως βρέφος ασυνείδητα περνά από τρία μυητικά στάδια που τον προετοιμάζουν να ενταχθεί για πρώτη φορά στο σκληρό εξωτερικό περιβάλλον. Αρχικά αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σκοτάδι και τη σιγουριά της μήτρας της μητέρας του, (παραπέμπει στο σκότος και στα σπήλαια των μυητικών τελετών), στην συνέχεια αγωνίζεται και μοχθεί να εγκλιματιστεί στις νέες σκληρές εξωτερικές συνθήκες.

Το σοκ είναι μεγάλο, (δοκιμασίες των μυητικών τελετών) δεν επιθυμεί την έξοδο του από την μήτρα της «μακαριότητας», όμως εντέλει υπακούοντας στο κάλεσμα της φύσης και του προορισμού του, βγάζει τα τελευταία υγρά από τους πνεύμονες του αναπνέοντας αέρα, γευόμενος για πρώτη φορά το γάλα από τον μαστό της μητέρας του. Ανήκει πλέον σε μια οικογένεια, σε μία χώρα, στην ανθρωπότητα… Αυτό είναι το πρώτο ακούσιο τελετουργικό μετάβασης, καθορισμένο και οργανωμένο από την ίδια τη φύση. Kάπως έτσι ξεκινά για όλους μας το επίπονο ταξίδι της ζωής.

Ο Αποσυμβολισμός

Οι άθλοι του Θησέα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως «μυητικά στάδια» που περνάει ο ήρωας στην πορεία του προς την «Θέωση». Οι άθλοι του Θησέα είναι εννέα. Εννέα διαρκούσαν οι ημέρες μυήσεως στα Ελευσίνια μυστήρια, καθώς το εννέα ως αριθμός, συμβολίζει το κλείσιμο ενός κύκλου και την αρχή κάποιας άλλης. Κάτι που φανερώνει και ο επόμενος αριθμός, το δέκα, που περιέχει την μονάδα και το μηδέν. Ας εξετάσουμε τους άθλους έναν προς ένα.

Στον πρώτο άθλο, ο Θησέας ως πρώτο σταθμό της μύησης αντιμετωπίζει τον Περιφήτη. Ο Περιφήτης είναι γιος του Ηφαίστου ( του μόνου Θεού που χρησιμοποιούσε τα χέρια του κατασκευάζοντας όπλα και εργαλεία, για αυτό και αποτελούσε ντροπή για τον Δία). Ο Περιφήτης χρησιμοποιεί ρόπαλο. Το ρόπαλο είναι φαλλικό σύμβολο δύναμης και εξουσίας, το oποίο αν χρησιμοποιηθεί ανορθολογικά προκαλεί πόνο. Η νίκη του Πυθέα συμβολίζει την νίκη πάνω στην ύλη και τις εσωτερικές βίαιες παρορμήσεις.
Στον δεύτερο άθλο, αντιμετωπίζει τον Σίνι γιο του Ποσειδώνα, κυρίαρχου των Θαλασσών (του αστρικού κόσμου και κόσμου των συναισθημάτων).Ο Σίνις χρησιμοποιεί δύο πεύκα. Τα δύο πεύκα συμβολίζουν τις δύο αντίθετες δυνάμεις που δρουν στο σύμπαν, και τον τρόπο που μπορεί ο απλός άνθρωπος να τις αντιληφθεί, το θετικό και το αρνητικό, το καλό και το καλό, το αρσενικό και το θηλυκό. Οι δύο αντίρροπες δυνάμεις που αποτυπώνονται στο Κηρύκιο του Ερμή, και στο γιν και γιανκ.

Όταν ο άνθρωπος καταφέρει να διακρίνει πίσω από τις αντίθετες δυνάμεις την ενοποιό εκείνη δύναμη από την οποία αποτελούνται και οι δύο, τότε αποκτά μία νέα «ολιστική συνειδητότητα».

Στον τρίτο άθλο ο Θησέας σκοτώνει την γουρούνα Φαία (σκοτεινή) κόρη τεράτων, συμβολίζοντας την νίκη στα κατώτερα πάθη και στις υλικές εξαρτήσεις. Δεν είναι τυχαίο πως θυσίαζαν θηλυκούς χοίρους για εξιλέωση προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης στα Ελευσίνια Μυστήρια, ούτε επίσης πως η Κίρκη μεταμόρφωνε σε χοίρους του συντρόφους του Οδυσσέα λόγω της βουλιμίας τους.
Στον τέταρτο άθλο αντιμετωπίζει τον Σκίρωνα.

Το μονοπάτι της γνώσης που επιλέγει ο μύστης είναι δύσκολο και εγκυμονεί κινδύνους, εφόσον θα κληθεί να αντιμετωπίσει τους κρυμμένους στο υποσυνείδητο χειρότερους φόβους του (χελώνα) με κίνδυνο να τρομοκρατηθεί από αυτούς. Εάν όμως καταφέρει να ξεπεράσει τις δοκιμασίες τότε θα μπορέσει να ελέγξει τα συναισθήματα του (θάλασσα) και με ταπεινότητα (πλύσιμο ποδιών) ίσως καταφέρει να γνωρίσει τον πραγματικό εαυτό του.
Η νίκη επί του βάρβαρου πρωτόγονου σε ένστικτα πυγμάχου Κερκύωνα στον πέμπτο άθλο επιτυγχάνεται με την συμβολική «ανύψωση» του από το έδαφος. Ο μύστης πρέπει να «ανυψωθεί πνευματικά στον ανώτερο του εαυτό», κατακτώντας την ισορροπία και την αρμονία.Στον έκτο άθλο αντιμετώπισε τον Προκρούστη, ο μύστης καλείται να αφήσει πίσω του όλα όσα τον δεσμεύουν στην πνευματική του εξέλιξη, ενώ στην καθημερινή ζωή του καλείται να εφαρμόσει την διδαχή «παν μέτρον άριστον».

Στoν έβδομο άθλο ο Θησέας αιχμαλώτισε τον ταύρο που είχε φέρει ο Ηρακλής στον Μαραθώνα ύστερα από εντολή του Μίνωα, τον οποίο θυσίασε στο βωμό του Ηλιακού Θεού Απόλλωνα που συμβολίζει την ακτινοβόλα όψη της ψυχής του. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να ερμηνευτεί σε σχέση με τον όγδοο, καθώς τους συνδέει η πάλη ενάντια σε ταύρο. Ο Θησέας συμβολίζει τον συνειδητό εαυτό που είναι αρκετά δυνατός για να αντιμετωπίσει τα «θηρία», δηλαδή τα πρωτόγονα ένστικτα.
Ο Μινώταυρος όπως και όλα τα τερατόμορφα όντα στην μυθολογία εκπροσωπούν τα ζωώδη πάθη, τις ψυχικές αδυναμίες, ελαττώματα, διαστροφές και φοβίες, που διαλύονται όταν έρθουν στο φως του Ήλιου, όταν δηλαδή φωτιστούν τα αίτια τους από την εσωτερική γνώση (Ήλιος – Απόλλωνας ).
Χωρίς στη δύναμη «μετουσίωσης της συνείδησης» σε αυτό το μονοπάτι, ο μύστης κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στις κατώτερες όψεις της δημιουργικότητας, που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα.

Ο Ταύρος εκπροσωπεί επίσης την μητριαρχική κοινωνία, και τον κόσμο του άλλου «έτερου» κόσμου, της μαγείας και των αόρατων δυνάμεων της Σελήνης, καθώς τα κέρατα του συμβολίζουν το φεγγάρι. Ο Λαβύρινθος συμβολίζει το υποσυνείδητο, και τις ανεξερεύνητες όψεις και δυνατότητες του Νου. Ένας κόσμος σκοτεινός, άγνωστος, φοβερός, και ανεξερεύνητος. Εάν κάποιος προσπαθήσει να εισέλθει εκεί απροετοίμαστος, θα βρεθεί αντιμέτωπος με ένα «τέρας», που δεν είναι άλλο από τα πρωτόγονα και ανεξέλεγκτα ένστικτα.
Η λέξη Λαβύρινθος προέρχεται από την λέξη «λάβρυς», που σημαίνει διπλός πέλεκυς. Ο διπλός πέλεκυς είναι επίσης ένα σεληνιακό σύμβολο.
Ο μίτος της Αριάδνης (Άρι= πολύ αδνή= αγνή σκέψη) εξασφαλίζει τον δρόμο της εξόδου στον Θησέα. Ίσως ο Κρητικός Λαβύρινθος να υπήρξε μια μυητική τελετή καθόδου και της επακόλουθης ανόδου από τον Κάτω Κόσμο, μια τελετουργική διαδικασία θανάτου και αναγέννησης. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Αυτό ίσως ενισχύεται από το γεγονός πως ο Μινώταυρος λεγόταν και Αστέριος. (Σε απεικονίσεις παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα).
Με το ίδιο αυτό όνομα προσφωνούνταν και ο Διόνυσος σαν αγόρι και παιδί των μυστηρίων. Ο Διόνυσος φαίνεται να ταυτίζεται στην ουσία του με τον Μινώταυρο. Γενικότερα όπου η μινωική επιρροή υπήρξε έντονη, ο Διόνυσος λατρευόταν ξεκάθαρα ως ταύρος.
Σκοτώνοντας ο Θησέας τον Μινώταυρο, νίκησε τον προηγούμενο «εαυτό του»και αφού πέρασε το κατώφλι του θανάτου, αντίκρισε τον Αστέριο, τον Θείο / Διονυσιακό αναγεννημένο στην υπέρτατη γνώση εαυτό του με τη μορφή του ουράνιου, συμπαντικού παιδιού. Έτσι -πάντα υπό την καθοδήγηση της Αριάδνης αναδύθηκε ένας νέος ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο, πήρε μαζί του την Αριάδνη που τον βοήθησε, αλλά περνώντας από τη Νάξο την εγκαταλείπει, εφόσον εκεί τελείτα ι«Ιερός Γάμος» της Αριάδνης με τον Διόνυσο.Ιστορικά είναι προφανές πως ο μύθος περιγράφει επίσης ένα μεταίχμιο εποχής, καθώς ο Μινώταυρος είναι εκπρόσωπος ενός μητριαρχικού και «χθόνιου» ιερατείου. Πεθαίνει από τον Θησέα, κομιστή του πατριαρχικού Ολύμπιου ιερατείου, και την θέση του παίρνει ο Θεός της έκστασης Διόνυσος που κάνει γυναίκα του την «αγνή κόρη-παρθένα». Ο Διόνυσος όμως είναι ταυτόχρονα και χθόνιος Θεός. Από τις πρώτες ζωομορφικές μορφές του Διονύσου την πρώτη θέση κατέχει ο Ταύρος. Στις «Βάκχες» ο Χορός τον αποκαλεί σαν ταύρο, και ο Πενθέας τον βλέπει να έρχεται σαν ταύρος.

Στον Ορφικό μύθο ο Διόνυσος παιδί του Δία και της Περσεφόνης (Θεάς του κάτω κόσμου) ως μωρό «Ζαγρεύς» (κυνηγό των ψυχών), κοίταζε ένα καθρέφτη (η αντίληψη όχι των πραγματικών καταστάσεων και όντων αλλά μία ψευδής αντανάκλαση…). Εκείνη ακριβώς τη στιγμή οι Τιτάνες όρμησαν καταπάνω του με τα μαχαίρια τους, για να τον σκοτώσουν. Τότε ο μικρός Θεός για να τους αποφύγει άρχισε να μεταμορφώνεται: έγινε έφηβος Δίας, Κρόνος, φίδι με κέρατα, άλογο, τίγρη, ταύρος.
Η Ήρα παρ’ όλα αυτά ενθαρρύνει τους Τιτάνες να μη διστάσουν, κι έτσι με διαταγή της κομματιάζουν το Ζαγρέα την ώρα που είχε τη μορφή ταύρου, έβρασαν το κρέας του και το έφαγαν. Ο Δίας οργίστηκε τόσο, ώστε κατακεραύνωσε τους Τιτάνες και τους έστειλε στα Τάρταρα. Από την στάχτη τους γεννήθηκε το ανθρώπινο γένος το οποίο έφερε μέσα του το θεϊκό στοιχείο καθώς οι Τιτάνες είχαν φάει τον Θεό.
Ο Διόνυσος ο Ζαγρεύς πεθαίνει ως χθόνια θεότητα και ανασταίνεται ως «Διόνυσος ο Ελευθερέας» δηλαδή ως ελευθερωτής των ανθρωπίνων ψυχών, από τα δεσμά της ύλης. Ο θάνατος του Διόνυσου του Ζαγρέα συμβολίζει, τον θάνατο της τιτανικής του φύσεως. Κατ’ αντιστοιχία στο ανθρώπινο επίπεδο ο θάνατος της τιτανικής του φύσης συμβολίζει τον θάνατο των παθών του, δηλαδή την αποβολή των ελαττωμάτων του. Κατόπιν ανασταίνεται και μεταμορφώνεται σε ουράνια θεότητα, τον Διόνυσο τον Ελευθερέα.
Ο Ορφικός Διόνυσος είναι κάτοχος και φύλακας των μυστηρίων της ζωής και του θανάτου, το θείο πνεύμα σ’ εξέλιξη μέσα στο σύμπαν, η καρδιά του οποίου πρέπει να αναζητηθεί με σκοπό την αναγέννηση του ανθρώπινου πνεύματος και την εξάγνιση της ψυχής. Γι’ αυτό και επονομάζεται και «Ζαγρεύς», δηλαδή κυνηγός που «κυνηγάει» τις ψυχές και τις οδηγεί προς την έξοδο από το σώμα ώστε να φτάσουνε στη «Θέωση».
Στη λατρεία του Διόνυσου «Ζαγρέα» θυσίαζαν ταύρους, επειδή άρεσε στο θεό να μεταμορφώνεται σε ταύρο. Οι μύστες τρώγοντας τις ωμές σάρκες του ταύρου πίστευαν πως αφομοίωναν τη σάρκα του ίδιου του θεού και ότι έτσι έρχονταν σε απόλυτη επικοινωνία μαζί του. Μετά το θάνατό τους πίστευαν πως θα τους αναγνώριζε ο «Διόνυσος Ζαγρέας», και χάρη σ’ αυτόν θα ζούσαν σε άλλα σώματα, καθώς οι Ορφικοί πίστευαν στη μετεμψύχωση.
Στον ένατο και τελευταίο άθλο ο Θησέας κατεβαίνει στο Άδη. Είναι η απόλυτη στιγμή όπου με τον μυητικό θάνατο της προσωπικότητάς του, επιχειρείται η Ένωση με την Θεότητα, και η κατάλυση του θανάτου, καθώς αναγνωρίζει πως τίποτα στην πραγματικότητα δεν χάνεται. Πως τα πάντα είναι απλώς αλλαγή κατάστασης ή ενέργειας και μορφής. Είναι η στιγμή όπου τα πάντα «είναι ένα», το μέρος που όλα ενώνονται, όπου τίποτα δεν υφίσταται διαχωρισμένο ακόμα και η ψυχή. Είναι ο χρόνος και ο τόπος που ο ήρωας, ο μύστης ή φιλόσοφος αφού έχει νικήσει τα τρομερά τέρατα, έχει νικήσει το σκότος «βλέπει το φως του μεσονυκτίου».
Ο φωταγωγός, απ’ όπου μπορούμε να καταδυθούμε στην «αληθινή Άβυσσο»,την ψυχή του ανθρώπου. Ο Πλούταρχος το περιγράφει στο έργο του Περί του Σωκράτους Δαιμονίου (590Β) :«Η ανθρώπινη Ψυχή προήλθε από τον θείο Νου. Ένα μέρος της , καθώς αναμιγνύεται με τα πάθη της ύλης, αλλοιώνεται, αλλά ένα άλλο θαυμάσιο μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό. Το μέρος εκείνο που βρίσκεται στο υποβρύχιο σώμα ονομάζεται Ψυχή.

Ενώ, γι’ αυτό που δεν αλλοιώνεται, οι πολλοί, βλέποντάς το ως ανταύγεια επί εσόπτρου, πιστεύουν ότι βρίσκεται μέσα τους. Όσοι όμως διαισθάνονται σωστά, γνωρίζουν ότι αυτό βρίσκεται έξω από αυτούς, και το αποκαλούν Δαίμονα…».
Ο Θησέας στα Τάρταρα έχει παγιδευτεί στην λήθη. Αυτό είναι ένα επικίνδυνο ταξίδι διότι εάν ο άνθρωπος χάσει την ατομικότητα του, μπορεί να παγιδευτεί σε έναν άλλο κόσμο, ξεχνώντας τα εγκόσμια. Η μάχη πρέπει να δίνεται στον παρόντα χρόνο, αναζητώντας την αρμονία και την ισορροπία, ώστε να τιμούμε ισότιμα την ύλη αλλά και το πνεύμα. Για αυτό τον λόγο ο Ηρακλής με την μυϊκή δύναμη του, βοήθησε τον Θησέα να απεγκλωβιστεί από την λήθη, και τα δεσμά του θανάτου.

Αυτός που θα καταφέρει βρει την αρμονία και να εντοπίσει το «ιερό μέσα του» θα έχει κερδίσει την μάχη, θα έχει καταφέρει να ξεπεράσει τον κόσμο των σκιών και της αυταπάτης, θα έχει βγει από την σπηλιά του Πλάτωνα. Θα έχει επιτευχθεί ο στόχος της πνευματικής του ολοκλήρωσης.

Αυτή είναι η μυθολογική ιστορία του Θησέα, η οποία εάν εξηγηθεί αλληγορικά κατά το πρότυπο του Πλάτωνα και των Στωικών, μας αποκαλύπτει αρχετυπικές αλήθειες που συντροφεύουν τον άνθρωπο από την αρχή της ιστορίας του έως σήμερα.

Η Ερμηνεία των μύθων χρειάζεται μεγάλη προσοχή και ενέχει πολλούς κινδύνους παρερμηνείας. Η παρούσα προσπάθεια αποσυμβολισμού του μύθου, δεν διεκδικεί την ορθότητα ή την μοναδικότητα της ερμηνείας του. Το δόγμα εξάλλου δεν έχει θέση στην αναζήτηση της γνώσης και της ιστορίας. Το μόνο βέβαιο «μήνυμα» που οι ιστορίες αυτές μας μεταφέρουν είναι πώς κανένα δόγμα και κανένα τελετουργικό δεν μπορεί να μας οδηγήσει στην «αυτοπραγμάτωση», παρά μόνο η δική μας ειλικρινής «εσωτερική» προσπάθεια.

http://greekworldhistory.blogspot.gr

Leave A Response