Η Λέσχη του Μπίλντερμπεργκ αποτελεί άλλη μία από τις πολλές λέσχες και στοές με έναν αέρα μυστικισμού και εξουσιαστικής διάθεσης. Ιδρύθηκε και συνεδρίασε για πρώτη φορά το Μάιο του 1954 στο ξενοδοχείο Μπίλντερμπεργκ στο Όστερμπεκ της Ολλανδίας, από όπου πήρε και την ονομασία της και έκτοτε πρωταγωνιστεί στον παρασκηνιακό έλεγχο των διεθνών εξελίξεων. Μέλη της Λέσχης είναι νομικοί, ιατροί, οικονομολόγοι, στρατιωτικοί καθώς και πολιτικά πρόσωπα.Οι ιδρυτές της Λέσχης του Μπίλντερμπεργκ είναι ο τότε Ολλανδός πρίγκιπας Βερνάρδος Μπέρτχαρντ και ο Πολ Ρίσκενς. Στη συνέχεια στρατολογήθηκαν μεγάλες προσωπικότητες, όπως οι μεγαλοτραπεζίτες Ντέιβιντ και Νέλσον Ροκφέλερ, ιδιοκτήτες του περιβόητου Rockefeller Center στο Μανχάταν, ο βαρόνος Έντμοντ Ρότσιλντ, ο πρόεδρος της FIAT Τζιοβάνι Ανιέλι, ο τότε καγκελάριος της Δυτικής Ομοσπονδίας της Γερμανίας Χέλμουντ Σμιτ, ο Χένρι Κίσινγκερ, ο πρώην πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα, ο διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πιέρ-Πολ Σβάιτσερ, ο αδελφός του δικτάτορα της Ισπανίας Φράνκο, ο τότε διευθυντής Γουίλιαμ Ντόνοβαν της προκατόχου της CIA, OSS, και δεκάδες ακόμη προσωπικότητες από τον οικονομικό και πολιτικό κόσμο. Συγκεντρώνονται σε διάφορες χώρες μία φορά το χρόνο, ώστε να σχεδιάσουν με απόλυτη μυστικότητα τη συντονισμένη δράση των κέντρων εξουσίας και να επηρεάσουν τις εξελίξεις, που συνήθως είναι ήδη προκαθορισμένες από πριν.
Έχει αναφερθεί στο παρελθόν ότι αφορμή για την ίδρυση της Λέσχης στάθηκε η ιδέα επαναδημιουργίας του Τάγματος του Ναού, μίας αδελφότητας που τα μέλη της αυτοπροσδιορίζονται ως απόγονοι των Ναϊτών Ιπποτών. Μία άλλη εκδοχή θέλει κύριο εμπνευστή δημιουργίας της Λέσχης του Μπίλντερμπεργκ τον Ιωσήφ Ρέτινγκερ, μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με ασύλληπτες διασυνδέσεις, που επιπλέον υπήρξε και βασικός οραματιστής της παγκοσμιοποίησης. Έπαιξε κεντρικό ρόλο στην οικονομική συνεργασία ΗΠΑ ‒ Μεξικού τη δεκαετία του ’20 και αποτέλεσε πρωτεργάτη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το 1949, που οδήγησε αργότερα στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και κατ’ επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ήδη από την πρώτη συνάντηση της Λέσχης έγινε εμφανές ότι δε θα λειτουργούσε ως ένας απλός μη κυβερνητικός οργανισμός χωρίς να έχει λόγο στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Ωστόσο στα άρθρα του καταστατικού της αναφέρει: 1ο άρθρο: Τα μέλη δε συμμετέχουν στις συναντήσεις με την επίσημη ιδιότητα τους, αλλά ως απλά μέλη· 2ο άρθρο: Οι συναντήσεις δεν οδηγούν σε πολιτικό σχεδιασμό και δε λαμβάνονται αποφάσεις· 3ο άρθρο: Απαγορεύεται η παρουσία μη προσκεκλημένων προσώπων· 4ο άρθρο: Καθίσταται σαφές ότι οι συζητήσεις που διεξάγονται είναι αυστηρά μη ανακοινώσιμες. Η έδρα της Λέσχης βρίσκεται στη Χάγη και τα μόνιμα μέλη αριθμούν 40 άτομα, ενώ κατά τις ετήσιες συναθροίσεις μπορεί να φτάσουν και τα 300. Συνεργάζεται επιτυχώς με άλλες ισχυρές ομάδες, όπως είναι η Opus Dei, που καλεί αντιπροσωπεία του Βατικανού, και η P2, η οποία συμπεριλαμβάνει ηγετικά στελέχη της Ρώμης και άλλες τεκτονικές στοές, ενώ δεκάδες μέλη της ανήκουν επίσης στο Αμερικανικό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων και στο Βρετανικό Βασιλικό Οργανισμό Εξωτερικών Σχέσεων.
Τον Ιούλιο του 1973 γεννήθηκε μέσα από τους κόλπους της Λέσχης μία άλλη πανίσχυρη ομάδα, γνωστή ως Τριμερής Επιτροπή, που εικάζεται ότι ορίζει τους πρωθυπουργούς των σημαντικότερων χωρών. Πιθανή θεωρείται η ανάμειξή της στην άνοδο και στην πτώση διαφόρων επίσης σημαντικών προσώπων της πολιτικής σκηνής, όπως σε σχέση με: τους Αμερικανούς Προέδρους Κάρτερ, τη δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, το Ρίτσαρντ Νίξον, το Ρόναλντ Ρέιγκαν, το Μπιλ Κλίντον, τους Μπους πατέρα και γιο, τη Μάργκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία, το Φελίπε Γκονζάλεθ στην Ισπανία, τους γερμανούς καγκελάριους Χέλμουτ Σμιτ, Φραντς Γιόζεφ Στράους, Γκέρχαρντ Σρέντερ, Άγκελα Μέρκελ κ.ά. Η Επιτροπή φέρεται να έχει επιδράσει σημαντικά στις σχέσεις ΗΠΑ ‒ Σοβιετικής Ένωσης, στην κατάρρευση της τελευταίας, στις εξελίξεις της Λατινικής Αμερικής, στον Πόλεμο του Κόλπου, στη διάσπαση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και γενικότερα στα γεγονότα της Μέσης Ανατολής.