Πότε ξεχειλίζει η θάλασσα;
Πότε μερεύει τον θυμό της,
Τον αρχετυπικό;
Πότε η λασπουριά του βάλτου
Θα στεφανώσει τους καλοχτενισμένους
Βοστρύχους
Επιτυμβίων αγαλμάτων
Α-μετρο-ματαιο-δόξου Ύβρεως;
Καλαμάτα, 16/3/2015, προς τα μεσάνυχτα, περπατώντας στο κύμα, πάνω από τα χαλάσματα της ζωής: θάνατοι, προδοσίες, μισεμοί, χαμοί, αναπληρώσεις, αντικαταστάσεις, σπαραγμοί, ορυμαγδοί, σποδοί, ανασπάσεις, συνοδεύσεις, οστεοφυλάκια, αναπεταμοί, πετάγματα στο κενό, διασώσεις στο φτερό, στο παρά πέντε του Πόθου, ευθυτενείς… απαρονόμαστοι. Υπομνηματισμός το ποίημα στη σιωπή του Κόσμου.
Η οργή, η οργή είναι το χειρότερο συναίσθημα. Το καταστροφικότερο. Τοξικότερο κι από το βιτριόλι. Τρώει πρώτα αυτόν που το τρέφει και μετά όλους τους άλλους. Πρώην εραστές, πρώην συγγενείς, πρώην συνάδελφοι, πρώην σύζυγοι, πρώην…Γενικώς. Κι όσο περνούν τα χρόνια, μαζεύεται το δηλητήριο της μνησικακίας στις φλέβες και τις τρυπάει. Έχω δει ανθρώπους παραμορφωμένους από την εκδικητικότητα. Μάσκες αποτρόπαιες ενός υπερβατικού θεάτρου. Κωμικοτραγικές. Απάνθρωπες. Γιατί το χαμόγελο, η συχώρεση, η απλοχεριά των καλοκάγαθων ανθρώπων, που τους λένε γραφικούς οι στριμμένοι, οι ξινοί… Παραπονέθηκα στο φίλο μου τον Στέφανο – άγιο άνθρωπο και πνευματικό δάσκαλο από τους λίγους, ψυχούλα – για τη συμπεριφορά ενός γηραιού κοινού πρώην φίλου μας. Αφού με κοίταξε στα μάτια για πολλή ώρα, με ρώτησε: «Κι εσένα, γιατί σε πείραξε; Ένας ανοϊκός γέρος είναι με ζάχαρο, μεγάλη ιδέα για τον εαυτό, κακομαθημένος, κακότροπος, αποτυχημένος και ξερόλας…». Τον κοίταξα έκπληκτος. Τόσα πολλά κοσμητικά επίθετα από έναν άνθρωπο σιωπηλό, που δεν εκφράζεται. Με το τσιγκέλι του βγάζεις τις λέξεις από το στόμα. Μετά άρχισε να παίζει με το κινητό του. Σε λίγο ακούω μπιπ-μπιπ στο δικό μου κινητό. Μου είχε στείλει ανέκδοτα μέσω telegram. Ακούστε το πρώτο: «δύο σύζυγοι πάνε σε σύμβουλο γάμου. Η γυναίκα παραπονείται για τη βίαιη συμπεριφορά του άντρα της κάθε φορά που του αντιλέγει. Εκείνος της προτείνει μια απλή λύση. Κάθε φορά που αυτός γυρίζει από τη δουλειά κι έχει τα νεύρα τσατάλι, αφού ο προϊστάμενος του έχει στερήσει το οξυγόνο της αυτό-εκτίμησης, εκείνη αντί να του θυμίζει όλα τα προβλήματα του σπιτιού και του γάμου της, θα πρέπει να παίρνει ένα ποτήρια νερό, να το φέρνει στα χείλη της και να το κρατάει εκεί για μερικά λεπτά – τουλάχιστον πέντε – χωρίς να πίνει. Μετά από ένα μήνα ήρθε η σύζυγος κατευχαριστημένη, με λουλούδια κι ευγνωμοσύνη για τη σοφή συμβουλή του ψυχολόγου. Δεν είχε όμως καταλάβει την τεχνική. Κι εκείνος βιάστηκε να της εξηγήσει ότι οι καυγάδες του ζευγαριού τελειώσανε από τη στιγμή που εκείνη δεν του απαντούσε στις χαζομάρες του και δεν έριχνε λάδι στη φωτιά!!!».
Μετά που έδωσε μια εικονίτσα του Αγίου Διονυσίου που μόλις είχε φέρει από τη Ζάκυνθο, και μου θύμισε τον βίο και την πολιτεία του αγίου. Είχε φυγαδεύσει τον φονέα του αδελφού του, με τα αίματα νωπά ακόμα στα χέρια του φονιά… Αλλά επειδή ακόμα δεν σκοπεύω να αγιάσω και να μείνω στην Ιστορία σαν όσιος…Κωστάκης, διάλεξα να σας μιλώ μα ευθυμογραφήματα και παραβολές, όχι για να σας φορτώσω με αρνητική ενέργεια παλαβών κι ανισσόροπων ανθρώπων, αλλά για να λυτρωθούμε όλοι με δραματικό τρόπο: δια της ομοιοπαθητικής καθάρσεως… Αυτά για την ώρα. Ακούστηκε σα να απολογούμαι. Όχι, δεν είναι έτσι. Το γέλιο είναι το καλύτερο σχολείο κι ο ευθυμογράφος ο απαιτητικότερος δάσκαλος. Εις το επανιδείν. Και εις το επανακούειν.