Αυθεντικό συμβάν, από χείλη αυτόπτου μάρτυρος, φανατικού θαμώνος του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού:
«Η Κάλλας, που λέτε φίλε μου, ήταν διαβόλου κέρατο. Μια γυναίκα αναρχική κι ασυμβίβαστη, που ήξερε να προκαλεί. Στο Ηρώδειο, ξέρετε, τότε επί βασιλιά ίσχυε κι εφαρμοζόταν με θρησκευτική ευλάβεια πολύ αυστηρό πρωτόκολλο: μετά την είσοδο του βασιλιά οι θύρες έκλειναν – και για λόγους ασφαλείας, υποθέτω – και δεν επιτρεπόταν να μπει ή να βγει κανείς μέχρι το διάλειμμα, ούτε για ανάγκη του… Η Κάλλας – είχε γίνει πια διεθνής και οι Ιταλοί την αποκαλούν “la divina” – η «θεϊκιά» – αποφάσισε να το σπάσει αυτό το εθιμικό δίκαιο και να διαπρέπει κι εκτός σκηνής. Μπήκε λοιπόν τελευταία, πέντε ολόκληρα λεπτά μετά τον βασιλέα, κι όλο το Ηρώδειο σηκώθηκε όρθιο και την ζητωκραύγασε, ενώ τον Γλύξμπουργκ τον είχε υποδεχτεί με ένα μάλλον χλιαρό χειροκρότημα κατευθυνόμενα επιδέξια από τους κλακαδόρους, που ήταν διεσπαρμένοι ανάμεσα στο πλήθος… Η ντίβα αυτό που ήθελε το πέτυχε: έγινε το επίκεντρο της βραδιάς. Εξάλλου, ρωμαϊκό είναι το θεατράκι, τα σηκώνει κάτι τέτοια… Δεν ξέρω εάν έμαθε όμως ποτέ, εάν πληροφορήθηκε, έστω κι από καλοθελητές – για να μετρήσουν την αντίδρασή της – ότι την επομένην ακριβώς εργάσιμον ημέραν, ο βασιλεύς απέλυσεν ευσχήμως τον πρόθυμον να την υποδεχτεί διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών… Αυτά συμβαίνουν κι αλλού. Εις τα αποικίας. Κι εις τα καλυτέρους οικογενείας».
Μεταφέρω την περιγραφή αυτούσια, όπως την διύλισεν ο ηθμός της μνήμης.