«Μην τους κάνεις τη χάρη να κάνεις αίτηση και να απορρίψουν», μου έλεγε η πάνσοφη «Επάγγελμα Πόρνη» σέρνοντας τις γάτες της (επτά τον αριθμό – ζωή να έχουνε – τελικά είχανε περισσότερη ζωή από τη Λιλή Ζωγράφου, εκείνες)… Στο γνωστό κτηνιατρείο-πολιτιστικό κέντρο της οδού Τηλεμάχου (γωνία Σμολένσκι), που διηύθυνε ως μαέστρος ο φίλος μου και γνωστός ποιητής, διακεκριμένος κτηνίατρος και προ πάντων Άνθρωπος (με άλφα κεφαλαίο), ο Παναγιώτης Παπαϊωάννου (χειροκροτήματα παρακαλώ!!!)…
σε αυτό λοιπόν το στέκι λογοτεχνών, καλλιτεχνών, ηθοποιών, αντι-εξουσιαστών και φιλο-εξουσιαζόμενων, άκουσα πολλά για τις λεγόμενες λογοτεχνικές εταιρείες κι είδα ακόμα περισσότερα, άπαξ κι αποφάσισα να διασχίσω το κατώφλι τους. Όλα τα ψώνια, συνωμοσία μετρίων, η κυριαρχία των πανυ-βλάκων, γλείφτες, ψεύτες, αγύρτες, συμμορίες αλιτηρίων και συνωμοσίες της …υπογεγραμμένης [για να το πω κόσμια – μην τύχει και μου χαλάσουν την κοσμιωτάτη διαγωγή – χέστηκα, το είχα αυτό από παιδί, με πιάνει το αντιστασιακό μου, κάθε που μυρίζομαι δήθεν ανθρώπους κι απλυσιά κάθε είδους – εσωτερική κι εξωτερική – ούτε λαγωνικό να ήμουνα).
Σε αυτούς τους χώρους η αγαμησιά χτυπάει κόκκινο, η προσωπολατρεία ως υποκατάστατο της υγιούς πνευματικότητας κι ο αμοιβαίος αυνανισμός άνευ οργασμού ως υποκατάστατο του αληθούς ερωτισμού. Αν γαμιόντουσαν τουλάχιστον και τη βρίσκανε, θα άξιζε να είσαι …μέλος τους.
Αλλά αυτοί, οι κακόμοιροι, ήταν απαξάπαντες στραβο-γαμημένοι, νευρωτικοί, παρανοϊκοί, σκιαγμένοι, αμυντικοί, αλλόφρονες, λυσσασμένοι για δόξα και μεγαλεία, ενώ το μόνο που τους περίμενε στη γωνία της οδού Αναπαύσεως ήταν η Ματαιοδοξία, κακο-βαμμένη τραβεστί για να ξεράσει στα μούτρα τους, την χαλασμένη πίτσα και το ληγμένο τζατζίκι που την τάισε ο λιγδιάρης σουβλατζής. Φτάνει. Μέχρις εδώ! Μακριά. Συμμορίες κι αλήτες. Όλοι με τη φαντασίωση του Νόμπελ κοιμούνται, ξυπνούν, χέζουν και κατουράνε, ξυρίζονται και πλένουν τα σάπια δόντια τους.
Όμως για το Έργο, για τη Λογοτεχνία, για το Πνεύμα, δε νοιάζεται κανείς τους αληθώς. «Για τέτοια ανώφελα πράγματα θα συζητάμε τώρα; Είμαστε πραγματιστές εμείς. Εξ άλλου μετά την απομάκρυνσιν από το εξωσυζυγικό κρεβάτι και το …ταμείον, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται». Αμ πως; Θα σας άφηνα έτσι, νομίζετε; Χωρίς να πάρετε μυρουδιά για το τι γίνεται στα άδυτα των λογοτεχνικών οργανώσεων – μη χέσω! Χα χα, ας γελάσω. Λογοτέχνες, μάλιστα.
Προχειρολάγνοι κι ανεπρόκοποι. Ακαμάτηδες κι ατάλαντοι. Βαρυφορτωμένοι με μετάλλια και παραφουσκωμένοι από ψωροπερηφάνια.
Όσο για το ποιήματά τους; «Αρνάκι άσπρο και παχύ, της μάνας του καμάρι». Πλείονα δεν λέγω, για να μην τους φωτογραφίσω. Πφ!!! Βρωμάει και ζέχνει, αυτό το θέμα. Πού να δείτε το επόμενο!