Ο Έλληνας στην αρχαία Ελληνική μυθολογία, ήταν ο γενάρχης των Ελλήνων, γιος του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, σύζυγος της νύμφης Ορσηίδας και εγγονός του Προμηθέα.
Τα παιδιά του έγιναν γενάρχες των τεσσάρων φυλών της Ελλάδας (Αιολέων, Αχαιών, Δωριέων και Ιώνων), ενώ ο ίδιος έγινε γενάρχης όλων των Ελλήνων, που πήραν το όνομά τους απ’ αυτόν. Αξιοσημείωτο είναι ότι προηγουμένως ονομάζονταν Γραικοί, ονομασία που – μέσω του λατινικού Graecus – επέζησε σε όλες τις λατινογενείς ακόμη και τευτονικές γλώσσες.
Ο Θουκυδίδης αποδέχεται τον Έλληνα ως ιστορικό πρόσωπο που έζησε και έδρασε σε εποχές πολύ παλαιότερες του Τρωικού Πολέμου, ενώ ο Όμηρος δεν τον αναφέρει, αλλά ονομάζει «Έλληνες» τους κατοίκους της Φθίας της Θεσσαλίας (Μυρμιδόνες).
Κατά μια παράδοση, στην πόλη Μελίτεια της Φθιώτιδας υπήρχε άγαλμα του Έλληνα. Το όνομα του Έλληνα έφερε και ο γιος του Φθίου, τρισέγγονος του Έλληνα και εγγονός του Αχαιού. Μερικοί αποδίδουν στον Έλληνα την πατρότητα της Ξενοπάτρας.
Ο Δώρος, πατέρας του Τέκταμου, του Αιγίμιου και της Ιφθίμης, είχε σαν πρώτη διαμονή τη Θεσσαλική Φθία, από την οποία εξορμούσε· αργότερα, εγκαταστάθηκε με τους οπαδούς του στην Ισταιώτιδα, που ονομάστηκε προς τιμήν του Δωρίδα. Ο Αιγίμιος, νομοθέτης και βασιλιάς των Δωριέων, σώθηκε από τον Ηρακλή κατά τον πόλεμο με τους Λαπήθους.
Ως ανταμοιβή, βοήθησε τα παιδιά του Ηρακλή να επιστρέψουν στην Πελοπόννησο. Ο Τέκταμος, κατά τη μυθολογία, έφυγε από τη Θεσσαλία μαζί με τους Πελασγούς και εγκαταστάθηκε στην Κρήτη, όπου βασίλεψε και εκεί νυμφεύτηκε την κόρη του Κρηθέα, μαζί με την οποία απόκτησε τον Αστέριο ή Αστερίωνα, μετέπειτα σύζυγο της Ευρώπης, αδελφής του Κάδμου.
Ο Ξούθος νυμφεύτηκε την Κρέουσα, κόρη του Ερεχθέα και της Πραξιθέας, κόρης του Κηφισού, από την οποία απέκτησε τον Ίωνα και τον Αχαιό. Ο Αχαιός πρέπει να έζησε γύρω στα 3000 π.Χ, ενώ η Κρέουσα, κόρη του Ερεχθέα, βασιλιά της Αττικής, ήταν από τις ομορφότερες γυναίκες που είχαν γεννηθεί ποτέ στη γη.
Ο Ερεχθέας ήταν μυθικός βασιλιάς της Αθήνας και επώνυμος γενάρχης της Ερεχθηίδας φυλής της Αθήνας (στην οποία συμπεριλαμβάνονταν οι Επωνυμείδες, οι Θηυμακείδες και οι Λαμπτρείδες), γιος της Γης και του Ηφαίστου.
Η γέννησή του έγινε με τον εξής παράξενο τρόπο: μια μέρα η θεά Αθηνά πήγε στο μεταλλουργείο του Ηφαίστου για να παραγγείλει νέα όπλα. Βλέποντάς την, ο Ήφαιστος ένιωσε σφοδρή επιθυμία, αλλά η Αθηνά, επιθυμώντας να παραμείνει άσπιλη και παρθένα, έφυγε. Ο Ήφαιστος την έτρεξε από πίσω και ήρθε πολύ κοντά της, παρόλο που δεν κατόρθωσε να την αρπάξει.
<a “=””>Ο Ήφαιστος, έχοντας πολύ «δυνατή» στύση, εκσπερμάτωσε πάνω στα πόδια της. Η θεά, αηδιασμένη, καθάρισε το πόδι της με μια τούφα μαλλιού και την έριξε στο έδαφος. Η μητέρα Γαία, γόνιμη όπως πάντα, γονιμοποίησε το μαλλί με το σπέρμα του Ήφαιστου και γέννησε τον Ερεχθέα.
Το ίδιο του το όνομα προέρχεται από το «έριον» (μαλλί) και «χθων (έδαφος). Τον αγαπούσε η θεά Αθηνά πολύ, ακριβώς γιατί ήταν η μόνη φορά που ήρθε τόσο κοντά στη σεξουαλική επαφή, όντας σεμνότυφη.
Η αρχή της βασιλείας του στην Αθήνα συνδέεται με εποχή λιμού λόγω έλλειψης τροφών, κατά την οποία ο Ερεχθέας έφερε σιτάρι και έσωσε τους κατοίκους.
Από αυτόν ονομάστηκαν οι κάτοικοι της Αθήνας Αθηναίοι (προηγουμένως ονομάζονταν Κεκροπίδες), ενώ ίδρυσε τα Μυστήρια στην Ελευσίνα και οργάνωσε πολλούς τομείς λατρείας των Αθηναίων, καθιέρωσε τα Αθήναια (τα οποία ο Θησέας μετονόμασε σε Παναθήναια) και πολλά άλλα.
Κατά την παράδοση, έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Διόνυσου, κατά των βαρβάρων ενώ στα χρόνια του διαξάγηκε ο γνωστός αγώνας μεταξύ Αθηνάς και Ποσειδώνα για την κηδεμονία της πόλης. Προς τιμήν του το Ερεχθείο ονομάστηκε έτσι. Αδελφός του Ερεχθέα ήταν ο Βούτης, που μετείχε στην Αργοναυτική Εκστρατεία και, αργότερα, νυμφεύτηκε τη Χθόνια, κόρη του αδελφού του και έγινε γενάρχης του ιερατικού γένους των Βουτάδων.
Πηγές: typos.com, mythagogia