Ακούστηκε σε σύσκεψη υπαλλήλων και ανωτέρων στελεχών ενός δημόσιου τομέα υπό κατάργησιν. Η συνδικαλίστρια προϊσταμένη τμήματος (γιατί αυτά τα δυο πάνε εξ ορισμού μαζί, ποτέ μου δεν κατάλαβα!) ενημέρωνε τους έντρομους (λέμε τώρα – γιατί μερικοί κρυφογελούσαν) κοπανατζήδες υπαλλήλους ότι μετά την κατάργηση του τομέα τους, θα διαμοιρασθούν σε γραφεία-ψυγεία άνευ αντικειμένου.
Οι νωθροί απόλαυσαν το χαρμόσυνο αυτό νέον, αλλά τα λαμόγια, που θα έχαναν μαζί με το …αντικείμενο και την πίττα και το μαχαίρι, αποφάσισαν να αντιδράσουν δυναμικά και να ζητήσουν μετάταξη σε πλέον θερμές περιοχές του Δημοσίου Τομέα, όπου η μίζα δίνει και παίρνει. Τότε πετάχτηκε ο κωμικός της παρέας, κωλόχοντρος σαν ήρωας της Νέας Κωμωδίας (πλην Μενάνδρου), μπορεί και με μακρινή καταγωγή από τους Φλύακες και τη Ρωμαϊκή Κωμωδία (πλην Πλαύτου και Τερέντιου) κι ανέκραξε θριαμβευτικά: «Βρήκα τι θα μας βάλουνε να κάνουμε: θα μας κλείσουν σε ένα τυφλό γραφείο-αποθήκη χωρίς παράθυρα, θα μας ταΐζουν φασόλια για πρωινό και θα μας δίνουνε ντουζίνες αυγά να τα βάφουμε μέχρι το μεσημέρι με τις κλανιές μας!». «Με τις πορδές μας», έσπευσε κάποιος να τον διορθώσει – ή να συμφωνήσει επαυξάνοντας, δεν ξέρω. Όλοι οι άλλοι μείνανε έκπληκτοι από την τόση χυδαιότητα. Ακόμα και τα λαμόγια που είχανε συνηθίσει στα «σκληρά». Μετά από αυτή τη ρήση από στόματος σπουδαίου ανδρός (και δη, συνδικαλιστού) η σύναξις αύτη έλαβε τέλος. «Η νύφη έκλασε κι ο γάμος εδιαλύθηκε». Και εις άλλα με υγιείν, που λένε. Πιφφφ! Δεν εννοούσα τις κλανιές-πορδές. Αυτές δεν …πίνονται με τίποτα.
Ευθυμογράφημα εμπνευσμένο από τη λαϊκή παροιμία: «με κλανιές αυγά δεν βάφονται!».