Τα γατιά και τα πουλιά, η πασιέντζα και το πράσινο μήλο (εν ώρα υπηρεσίας)

Τα γατιά και τα πουλιά, η πασιέντζα και το πράσινο μήλο (εν ώρα υπηρεσίας)

Οι κακοπληρωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, στα χρόνια της Κρίσης, με το μισθό απομειωμένο στο ένα τρίτο των προ του 2008 αποδοχών και την πραγματική αγοραστική τους δύναμη στα Τάρταρα (αφού οι μισθοί χαμηλώνουν αλλά οι τιμές των προϊόντων ανεβαίνουν κατακόρυφα – με τη λίμπιντο να πέφτει ισοπόσως και σε άλλους να …ανεβαίνει ως αντίδραση του οργανισμού και των οιστρογόνων που παράγονται από τους τρελαμένους ενδοκρινείς αδένες)… οι δημόσιοι υπάλληλοι λοιπόν έκοψαν και τον καφέ τον επιούσιο, τα κυλικεία των ημιορόφων χρεοκόπησαν, τα φρούτα από τους πάγκους των λαϊκών (μία σακούλα ένα ευρουδάκι – την ώρα που κλείνει η λαϊκή βεβαίως και μένει το εμπόρευμα απούλητο, για να μην το ξαναφορτώσουν και το θάψουν στο χωράφι, οι κακόμοιροι αγρότες, το δίνουν όσο-όσο: «καρπούζια με τη Βούλα, καρπούζια με τη Βούλα! Βούλα κόψε ένα καρπούζι στον κύριο – στα τέσσερα!».

Το καρπούζι; Η Βούλα; Θα σας γελάσω…

Τα γραφεία των δημοσίων υπηρεσιών γέμισαν πράσινα μήλα, αχλάδια, μπανάνες παραγινωμένες (από αυτές που τις πετάνε στα σκουπίδια – είναι και αντικαρκινικές!), σπιτικά σάντουιτς με μουχλιασμένα τυριά, βρεγμένα ξεροκόμματα και μαύρο κίμινο (κάποιος έγραψε στο twitter ότι είναι αντιοξειδωτικό και γενικώς … «δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν!!!» κι έσπευσαν όλοι να αδειάσουν τα μπαχαροπωλεία της Μενάνδρου και της Αθηνάς. Εστέναξαν τα μαγαζιά με τις παλαιομοδίτικες ταμπέλες «Εδώδιμα-αποικιακά». Πριν μάλιστα καταλάβουν ότι το μαύρο κίμινο έγινε μόδα το πούλαγαν σε εξευτελιστικές τιμές, μετά όμως τις αφίξεις των ορδών των λατρών της υγιεινής διατροφής (πήξαμε στις γενικές …γενικώς), η τιμή του ανέβηκε κατακορύφως κι ανήλθε εις τα ύψη της τιμής του μαύρου χαβιαριού… Εεε, τότε έκοψε λίγο η ζήτηση, αλλά είχαν σωθεί και τα αποθέματα, αδειάσανε κι οι αποθήκες με ό,τι μουχλιασμένο είχε απομείνει από τον …Εμφύλιο και στείλανε καινούργιο καραβάνι στην …Ανατολή να εμλουτίσει τη μεσογειακή διατροφή με μαύρο κίμινο. Και μετά σου λέει ότι απέτυχε η παγκοσμιοποίηση! Ποια απέτυχε ρε; Όχι πες μου. Ποια απέτυχε; Το μάτι σου το γκαβό απέτυχε. Ουφ!

Πήγα λοιπόν κι εγώ ο ταλαίπωρος να εισπράξω κάτι από δημόσια υπηρεσία (με διαταγή πληρωμής και τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου, παρακαλώ). Ο υπάλληλος έτρωγε από το πρωί ένα πράσινο μήλο, του είχαν πει ότι η αργή μάσησις ανακατεύει το σάλιο με τις φυτικές ίνες και τις κάνει περισσότερον υγιεινές, αφού έψαξε σε διάφορους φακέλους και με επέπληξε που δεν ήξερα όλους τους κωδικούς, τους αριθμούς πρωτοκόλλου και τα …νούμερα απέξω, με ενημέρωσε καλοσυνάτα ότι θα τελεσφορήσει η υπόθεσή μου σε πέντε μήνες, αν δεν τον μεταθέσουν, αλλά θα φροντίσει να ελέγξει το φάκελλο εγκαίρως και να αφήσει έτοιμη την εισήγηση στον αντικαταστάτη του.
Μετά μου έδειξε με παράπονο έναν σωρό από δεμένους με σκοινιά φακέλλους που σχημάτιζαν τον πύργο της Πίζας, πριν γίνει Πύργος της Βαβέλ και γκρεμιστεί, και δήλωσε ευσχήμως και ταπεινώς: «Όλες αυτές είναι υποθέσεις που εκκρεμούν πριν τη δική σας». Τον ευχαρίστησα ευγενικά, επείσθην ότι θα πρέπει να δοκιμασθεί περαιτέρω η Ιώβειος υπομονή μου, πήρα το ασανσέρ, κόλλησε στον δεύτερο όροφο, πάτησα το συναγερμό, μετά από δύο ώρες μας είχαν βγάλει, βγήκα στην Πανεπιστημίου και εισέπνευσα το καυσαέριο με ηδονή κι ένα κρυφό, ανομολόγητο σύνδρομο στέρησης. Ακόμα μία μέρα στο κλεινόν ταλαίπωρο άστυ, με την υγρή ζέστη του Οκτωβρίου να σου περονιάζει τα κόκκαλα. Άτιμα αρθριτικά!

Στην επόμενη δημόσια υπηρεσία τα πράγματα ήταν καλύτερα. Πέντε άνθρωποι στριμωγμένοι σε ένα γραφείο πετούσαν. Ουδεμία εκκρεμότης. Άπαντες οι πελάτες ικανοποιημένοι. Απόρησα. Ήταν κακοπληρωμένοι, αλλά γελούσαν, χαριεντίζονταν και φιλονικούσαν σαν νήπια σε παιδική χαρά. Βγήκα – αφού ικανοποιήθηκε αμέσως το αίτημά μου – μισόκλεισα την πόρτα κι έστησα αυτί. Αυτή η συγγραφική μανία θα με φάει.
Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα. Κρυφάκουσα όμως διαλόγους απείρου κάλ(λ)ους:

«Πάλι πασιέντζα παίζεις; Διδακτορικό θα είχες κάνει!».

«Σε είδαμε κι εσένα – με δύο διδακτορικά κατάντησες υπάλληλος στο δημόσιο με εφτακόσια ευρώ το μήνα».

«Ναι, αλλά εγώ δεν είχα μπάρμπα στην Κορώνη».

«Γιατί ποιος είχε; Τι υπαινίσσεσαι;», αρπάζεται μια άλλη. «Αν είχα μπάρμπα στην Κορώνη δεν θα ήμουνα στριμωγμένη εδώ με πέντε μαλάκες».

«Με τέσσερις», τη διορθώνει η φιλόλογος. «Εκτός αν βάζεις και τον ίδιο σου τον εαυτό μέσα».

«Ειρήνη υμίν», επεμβαίνει η φιλόζωος.

«Σκάσε εσύ», την κόβει ο πρώτος, «στις γάτες σου εσύ!».

«Εμ τι θα έβλεπε; Λούτσους; Οι γάτες από εκεί, τα …πέη στο δικό μου κομπιούτερ», εξερράγη ο αθυρόστομος με τα τρία πτυχία και τις πέντε ξένες γλώσσες που είχε κατάκοιτη μανούλα κι είχε εξαντλήσει το όριο υπερανάληψης από το λογαριασμό μισθοδοσίας.

«Γνώρισα τους ανθρώπους κι αγάπησα τα ζώα», πυροβόλησε τον πασεντζάκια η φιλόζωος.

«Παιδιά τι είναι αυτό; Συναγερμός;».

«Μπα, δεκατρείς και δεκατρία λεπτά η ώρα. Πρόβα πολέμου».

«Καλά, πότε άρχισε ο πόλεμος;».

«Βγάλε τα ακουστικά από τα αυτιά σου εσύ. Θα κουφαθείς».

«Δεν σας αντέχω, όλο για εξω-υπηρεσιακά λέτε. Γι’ αυτό κι εγώ ακούω Πασχάλη και Τέρη Χρυσό!».

«Καλά, πού του θυμήθηκες αυτούς; Ήμουνα νιος και γέρασα».

«Είμαι φίλη με τον Τέρη Χρυσό εγώ. Στο facebook φυσικά. Με σκουντάει από το γηροκομείο».

«Καλά, τόσο μακρύ χέρι έχει;» τη ρωτάει ο φαλλόφιλος.

Εκεί δεν άντεξα και υποχώρησα. Χτύπησα κατά λάθος πάνω σε κάποιον που ερχόταν με φούρια, ζήτησα συγγνώμη, χώθηκα στο ασανσέρ, βγήκα στο δρόμο και ξανάσανα. Δεν θα ήθελα να ζω έτσι, σαν αρκούδα στο κλουβί.
Είχα δει μία πολική αρκούδα στο Ζωολογικό Κήπο της Βουδαπέστης, πρωτομαγιά του 1988.
Η κακομοίρα είχε τρελαθεί από τη σκλαβιά κι έκανε κύκλους γύρο από τον εαυτό της – δεξιόστροφα.
Πιο πέρα, ένας πίθηκος έφτυσε τη μπανάνα που μασούσε στο πρόσωπο της φίλης μου της Φανούλας, όταν εκείνη προσπάθησε να του δείξει στοργή και να του κάνει χαρούλες. Αυτό είναι. «Στη στεριά δεν ζει το ψάρι κι ο αητός στην αμμουδιά». «Τι να σου κάνουν κι οι ταλαίπωροι οι άνθρωποι», όπως έλεγε η γιαγιά-Ευδοκία.
Τι να σου κάνουν; Έλα ντε! Όχι πες μου. Τι σου έχουν φταίξει οι ταλαίπωροι και τους κακολογείς.
Ζωάκια είναι που έρχονται εδώ και παίζουν το παιχνίδι της τυφλόμυγας. Εεε, κι αν πατήσουν κανένα …κάλο, αθώοι, αθώοι παμψηφεί. Λόγω βλακείας. «Την ελευθερία του ανθρώπου να αμαρτάνει από άγνοια τη ζήλεψαν ακόμα και οι άγγελοι», έγραψες όταν βγήκες από μια αμαρτωλή ερωτική ιστορία, που την είχες πάρει πολύ βαριά.
Από τότε έμαθες να είσαι επιεικής κι ανεκτικός με τους ανθρώπους. Τα πάθη των άλλων είναι δικά τους λάθη.
Δεν χρειάζεται να τα επωμιζόμεθα εμείς. Η κριτική είναι αμαρτία, ένας τρόπος να δημιουργήσεις κακό κάρμα στο πι και φι. Απαπαπαπαπα! Μακριά από εμάς τέτοιες αδιακρισίες. Έλεος! Σώστε με από τον εαυτό μου.
Βοήθεια συνάνθρωποι.
Βοήήήθειειειειειααααααααααααααα!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

 

 

Leave A Response