Τι είναι όζος;
Πρόκειται για συνάθροιση κυττάρων θυρεοειδικού ιστού, τα οποία αναπτύσσονται ανεξέλεγκτα και δημιουργούν μικρές μάζες μέσα στον υπόλοιπο υγιή αδένα. Αν και στην πλειονότητά τους οι όζοι είναι καλοήθεις, σε μικρό ποσοστό εμπεριέχουν καρκίνο. Για να μη διαγνωστεί ο καρκίνος σε προχωρημένο στάδιο, όλοι οι όζοι του θυρεοειδούς απαιτούν διερεύνηση.
Τι συμπτώματα προκαλεί;
Οι περισσότεροι όζοι ανευρίσκονται τυχαία, στα πλαίσια απεικονιστικών εξετάσεων του τραχήλου για άλλες παθήσεις και δεν προκαλούν κανένα σύμπτωμα. Άλλοτε πάλι γίνονται αντιληπτοί από τον ίδιο τον ασθενή είτε επισκοπικά (στον καθρέπτη), είτε ψηλαφητικά (φορώντας κάποιο κολιέ). Άλλες φορές η ανεύρεση παθολογικών τιμών των θυρεοειδικών ορμονών οδηγεί στην ανίχνευση των όζων, αν και στην πλειονότητά τους είναι ανενεργείς και δεν προκαλούν μεταβολή στις τιμές των ορμονών.
Σπάνια οι ασθενείς αιτιώνται πόνο στο λαιμό, το σαγόνι ή το αυτί. Όταν οι όζοι αυξηθούν σημαντικά σε μέγεθος, μπορεί να δημιουργήσουν δυσκολία στην κατάποση, την αναπνοή ή και την ομιλία από άμεση πίεση. Το βράγχος της φωνής, που ακόμα πιο σπάνια εμφανίζεται, συνήθως σχετίζεται με ανάπτυξη καρκίνου.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι:
- Γενικά οι θυρεοειδικοί όζοι δεν προκαλούν συμπτώματα.
- Ακόμα και στις περιπτώσεις καρκίνου τυπικά οι τιμές των ορμονών είναι φυσιολογικές.
- Όταν υπάρχει υποψία, ο ειδικός γιατρός πρέπει να εξετάσει το λαιμό μας.
Τι προκαλεί τη δημιουργία όζων;
Αν και η παρουσία τους είναι εξαιρετικά συχνή, δε γνωρίζουμε την αιτία πρόκλησής τους. Μετά την ηλικία των 60, ένας στους δύο έχουν θυρεοειδικούς όζους, οι οποίοι ανευρίσκονται κατά την κλινική ή απεικονιστική εξέταση. Ευτυχώς σε ποσοστό μεγαλύτερο από 90% οι όζοι είναι καλοήθεις. Η έλλειψη του ιωδίου σχετίζεται με την ανάτυξη όζων, όπως και η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού.
Πώς εκτιμάται ένας όζος;
Μόλις ο όζος γίνει αντιληπτός, ο γιατρός προσπαθεί να καθορίσει το βαθμό της υγείας του υπόλοιπου αδένα και κατά πόσο ο προσβεβλημένος αδένας πάσχει ή όχι από υπέρ ή υπολειτουργία. Με την κλινική εξέταση εκτιμάται το μέγεθος και ο αριθμός των όζων, όπως και το μέγεθος του αδένα στο σύνολό του (βρογχοκήλη). Ακολουθεί η μέτρηση των θυρεοειδικών ορμονών Τ4 και TSHγια να εκτιμηθεί εάν ο αδένας λειτουργεί φυσιολογικά.
Επειδή συνήθως δεν είναι εφικτό να καθοριστεί κλινικά εάν ένας όζος είναι καλοήθης ή κακοήθης, ακολουθεί διερεύνηση με υπερηχογράφημα όπως και βιοψία με λεπτή βελόνη.
Υπερηχογράφημα θυρεοειδούς:
Αποτελεί την εξέταση εκλογής στη διερεύνηση των παθήσεων του θυρεοειδούς. Μπορεί με μεγάλη ακρίβεια να καθορίσει εάν ένας όζος είναι συμπαγής ή κυστικός, όπως και το ακριβές μεγεθός του όζου, αλλά και του θυρεοειδούς στο σύνολό του.
Μπορεί να φανεί χρήσιμο στην ανίχνευση ύποπτων όζων, αφού αυτοί έχουν κάποια ιδιαίτερα υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά, ενώ χρησιμοποπιείται ως οδηγός, που θα μας βοηθήσει να κατευθύνουμε με ακρίβεια στο εσωτερικό του όζου τη βελόνη παρακέντησης, όταν αυτή κριθεί απαραίτητη. Είναι εξέταση ανώδυνη, γρήγορη κι επαναλαμβάνεται συχνά σε επίπεδο ιατρείου για να μας υποδείξει τυχόν μεταβολές στους χαρακτήρες του όζου.
Παρακέντηση με λεπτή βελόνη:
Η εξέταση φαντάζει τρομακτική, όμως πρακτικά είναι τόσο απλή κι ανώδυνη, που συνήθως διενεργείται χωρίς καν τη χρήση τοπικής αναισθησίας στο ιατρείο. Προηγείται ασφαλώς η διακοπή λήψης αντιπηκτικών σκευασμάτων, όποτε αυτά λαμβάνονται, ο δε ασθενής επιστρέφει άμεσα στο χώρο του.
Χρησιμοποιείται μία λεπτή βελόνη, η οποία εισέρχεται υπό διαφορετική γωνία κάθε φορά σε άλλοτε άλλο βάθος του όζου, ώστε να ληφθούν πολλαπλά δείγματα υγρού, εξαντλώντας την έκταση του όζου και τη δυνατότητα ανίχνευσης καρκινικών κυττάρων. Τα δείγματα στη συνέχεια εξετάζονται στο μικροσκόπιο.
Η έκθεση της εξέτασης υποδεικνύσει συνήθως κάτι από τα παρακάτω:
- Ο όζος είναι καλοήθης.
- Το αποτέλεσμα αυτό ανευρίσκεται στο 80% των παρακεντήσεων. Ο κίνδυνος παρουσίας καρκίνου επί αυτού του αποτελέσματος ανέρχεται στο 3%. Γενικά, όταν ο όζος είναι καλοήθης, δε μεγαλώνει σε μέγεθος και δε δημιουργεί συμπτώματα, απλά παρακολουθείται.
- Ο όζος είναι κακοήθης ή ύποπτος κακοήθειας.
- Κακοήθη κύτταρα ανιχνεύονται σε ποσοστό 5% των παρακεντήσεων. Πιο συχνά ανευρίσκεται θηλώδης καρκίνος κι εννοείται, πως απαιτείται αφαίρεση του αδένα. Αποτελέσματα ύποπτα για κακοήθεια ενέχουν καρκίνο σε ποσοστό 50-75% και σε αυτές τις περιπτώσεις επίσης συστήνεται αφαίρεση του θυρεοειδούς. .
- Ο όζος είναι απροσδιόριστος. Στις περιπτώσεις αυτές, 20%, το κυτταρικό υλικό που έχει ληφθεί δεν είναι αρκετό ή αντιπροσωπευτικό, ώστε να δίνει τη δυνατότητα προσδιορισμού της κακοήθειάς του.
- Αυτό παρατηρείται σε θυλακιώδη διαμόρφωση, στην οποία δεν μπορεί κανείς να μιλήσει με βεβαιότητα για την παρουσία φυσιολογικών θυλακιωδών σωματίων ή την παρουσία θυλακιώδους καρκίνου, 20-30% των αποτελεσμάτων. Ίσως στις περιπτώσεις αυτές να προτείνεται η ετερόπλευρη λοβεκτομή, αν και επί θετικής βιοψίας κρίνεται επιβεβλημένη η αφαίρεση και του υπολοίπου αδένα.
- Το υλικό παρακέντησης περιλαμβάνει κύτταρα, που δεν μπορούν να ταξινομηθούν στη μία ή την άλλη κατηγορία. Η έκθεση αναφέρει “ατυπία” και επειδή σπάνια ανευρίσκεται καρκίνος, προτείνεται παρακολούθηση, επανάληψη της παρακέντησης ή και λοβεκτομή.
- Η παρακέντηση μπορεί να αφορά σε υλικό μη επαρκές ή και μη διαγνωστικό. Τέτοιο αποτέλεσμα λαμβάνεται σε λιγότερο από 5% των παρακεντήσεων και συνήθως σχετίζεται με κυστικούς όζους. Σε αυτές τις περιπτώσεις επαναλαμβάνεται η παρακέντηση ή αφαιρείται ο αδένας με τη σύμφωνη γνώμη του ασθενούς.
Σπινθηρογράφημα
Όλο και σπανιότερα χρησιμοποιείται στις μέρες μας ως διαγνωστικό μέσο. Έχει θέση επί παρουσίας σπανίων όζων, που προκαλούν υπερθυρεοειδισμό. Σε αυτούς τους ασθενείς δεν απαιτείται επιπλέον διερεύνηση.
Αντιμετώπιση
Όποτε ανιχνεύεται η παρουσία όζου, που εμπεριέχει καρκινικά κύτταρα ή υψηλής υποψίας για κακοήθεια κύτταρα, επιβεβλημένη είναι η ολική θυρεοειδεκτομή. Οι περισσότεροι από τους καρκίνους του θυρεοειδούς είναι ιάσιμοι και σπάνια αποτελούν αιτία θανάτου. Για τους υπόλοιπους όζους προτείνεται υπερηχογραφικός και κλινικός έλεγχος κάθε 6-12 μήνες. Ακόμα και γι’αυτούς όμως η θυρεοειδεκτομή αποτελεί συχνή εναλλακτική όταν παρουσιάζουν σταδιακή αύξηση του μεγέθους τους ή συμπτώματα.