Χριστός είναι επίσης αβάφτιστος. Ο λαός τούς φαντάζεται με διάφορες μορφές ανά περιοχή με κοινό γνώρισμα, όμως, την ασχήμια. Κατά μία Αραχωβίτικη περιγραφή είναι: «κακομούτσουνοι» και «σιχαμένοι», «καθένας τους έχει κι από ‘να κουσούρι, άλλοι στραβοί, άλλοι κουτσοί, άλλοι μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοπρόσωποι, στραβομούρηδες, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι, ξετσακισμένοι και κοντολογίς όλα τα κουσούρια και τα σακατιλίκια του κόσμου τα βρίσκεις πάνω τους».Συνήθως τους φανταζόμαστε ως νάνους, αλλά και ψηλούς, σκουρόχρωμους, με μαλλιά κοντά και ατημέλητα, μάτια κόκκινα, δόντια πιθήκου, δασύτριχους, χέρια και νύχια πιθήκου, πόδια γαϊδάρου ή με ένα πόδι γαϊδάρου και το άλλο ανθρώπινο, «μισοί γαϊδούρια και μισοί άνθρωποι», όπως λένε στη Σύρο, αλλά και σαν «μικρούς σατανάδες» ‒ «σατανοπαίδια»,όπως λένε στη Νάξο, άλλοτε γυμνοί και άλλοτε ρακένδυτοι με σκούφο (οξυκόρυμβο) από γουρουνότριχες και με παπούτσια άλλοτε σιδερένια και άλλοτε με τσαρούχια ή τσαγγία.
Η τροφή τους είναι κυρίως ακάθαρτη: σκουλήκια, βαθράκοι (βάτραχοι), φίδια, ποντίκια κ.ά., χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα εδέσματα του Δωδεκαημέρου. Είναι πολύ ευκίνητοι, ανεβαίνουν στα δέντρα, πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια και κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ό,τι βρουν απλωμένο το ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία, κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα. Εκτός του Δωδεκαημέρου, τον υπόλοιπο χρόνο παραμένουν στα έγκατα της γης και πριονίζουν το δέντρο που στηρίζει τη γη (παραλλαγή του μυθικού Άτλαντα). Βγαίνουν δε στην επιφάνεια λίγο πριν το τέλος της εργασίας τους, από το φόβο μήπως τελικά η ετοιμόρροπη γη τούς πλακώσει, σύμφωνα με εκδοχή της Μακεδονίας, για να γιορτάσουν πρόωρα τη νίκη τους, όταν δε κατεβαίνουν βρίσκουν το δέντρο ακέραιο και ξαναρχίζουν το πριόνισμα. Το δέντρο των Χριστουγέννων συμβολίζει αυτήν ακριβώς την ακεραιότητα και τη θεϊκή δύναμη και προστασία με την παρουσία του Χριστού.
Σε ορισμένα μέρη τους καλικάντζαρους τους συνοδεύει η μάνα τους η «καλικατζαρού», που τους «ορμηνεύει» τι να πειράξουν. Σε κάποια νησιά οι καλικάντζαροι έρχονται με τις γυναίκες τους ή έρχονται μόνες οι γυναίκες οι «καλικαντζαρίνες»! Και προκειμένου οι νοικοκυραίοι να αποφύγουν έναν τέτοιο συρφετό ρίχνουν στα κεραμίδια κομμάτια από χοιρινό ή λουκάνικα ή ξηροτήγανα! Στη Νάξο τις γυναίκες των καλικάντζαρων τις αποκαλούν «καλοκυράδες» για να τις καλοπιάσουν (εξευμενίσουν), ενώ στην Κωνσταντινούπολη «βερβελούδες».
Ο αρχηγός των καλικάντζαρων στην παλιά Αθήνα λεγόταν «κωλοβελόνης», στη Θεσσαλία «αρχι-τζόγιας» και «τζόγιες» οι καλικάντζαροι, ενώ στην Κωνσταντινούπολη «μαντρακούκος». Στη Νάξο φαντάζονται επιπλέον τους καλικάντζαρους χορευταράδες. Αρπάζουν όποιον βρουν τη νύχτα και τον στροβιλίζουν μέχρι να πέσει λιπόθυμος ‒ ο γνωστός χορός των καλικάντζαρων.Η προέλευση αυτών των πλασμάτων, σύμφωνα με διάφορες ελληνικές δοξασίες, ήταν όσοι άνθρωποι με κακή μοίρα μεταβάλλονταν σε δαιμόνια. Γίνονται επίσης καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο, εκτός και αν βαπτισθούν αμέσως, εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη ακόμα, ή, κατά τους Σιφναίους, όσοι πέθαναν ή αυτοκτόνησαν στη διάρκεια του Δωδεκαημέρου. Τέλος, κατά την παράδοση στη Μακεδονία, όσοι δεν έχουν ισχυρό Άγγελο για να τους προστατεύει από το Σατανά.
Γενικά πιστεύεται ότι οι καλικάντζαροι αδυνατούν να βλάψουν τους ανθρώπους, μπορούν μόνο να τους πειράξουν, να τους ενοχλήσουν ή να τους φοβίσουν, αφού θεωρούνται (στη Μακεδονία) μωροί και ευκολόπιστοι. Λέγεται ότι ανεβαίνουν στους ώμους όσων ανθρώπων συναντούν τη νύχτα και προσπαθούν να τους πνίξουν αν εκείνοι δεν αποκριθούν σωστά σε ό,τι τους ρωτήσουν. Κατ’ άλλους, τους παρασύρουν σε χορό, ανταμείβοντας τους καλούς χορευτές, ή σύμφωνα με άλλη εκδοχή, παίρνουν τη μιλιά όποιου μιλήσει στη διάρκεια της συνάντησής τους. Επίσης, στις οικίες μαγαρίζουν ό,τι βρίσκουν εύκαιρο στην κουζίνα ή ό,τι δεν είναι νοικοκυρεμένο, αρπάζουν ενδύματα, «βασανίζουν τις ακαμάτρες… γι’ αυτό τα κορίτσια το 40ήμερο προσπαθούν να φτιάξουν όσο γίνεται πιοπολύ γνέμα» (Σάμος), ή σκορπούν το αλεύρι, την τέφρα από το τζάκι τη «δωδεκαμερίτικη» ή «καλικαντζαρήσια» ή «τη στάχτη που δεν άκουσε το εν Ιορδάνη» και η οποία θεωρείται ακατάλληλη για οποιαδήποτε χρήση.
Τα αποτρεπτικά μέσα που λαμβάνονται κατά των καλικάντζαρων διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες:
Πράξεις χριστιανικής λατρείας: α) Το σημείο του Σταυρού στην πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, στους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού. β) Ο Αγιασμός των σπιτιών, και μάλιστα την παραμονή των Φώτων.
1. Αποτρεπτικοί ήχοι, όπως με «ξύλα, κούτσουρα, δαυλιά καημένα» (Καλαμάτα), που όταν τα ακούσουν οι καλικάντζαροι φεύγουν, ή με επωδές, όπως, για παράδειγμα, την απαγγελία του «Πάτερ ημών….» (τρις).
2. Μαγικές πράξεις: Κάπνισμα με δυσώδεις ουσίες (παλιοτσάρουχου), εμφανή επίδειξη χοιρινού οστού, περίαπτα (χαϊμαλιά) πίσω από την πόρτα, το μαυρομάνικο μαχαίρι, το αναμμένο δαυλί («τρεχάτε γειτόνοι με τα δένδρινα δαυλιά», Τριφυλία).
Την παραμονή των Θεοφανίων τούς «ζεματίζουν» με το λάδι με το οποίο παρασκευάζουν οι νοικοκυρές τις τηγανίτες (λαλαγγίτες, λουκουμάδες). Όταν όμως συλλάβουν κανέναν από τους καλικάντζαρους, τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου! Για καλό και για κακό, βγάλτε κάποιες λιχουδιές την παραμονή Χριστουγέννων έξω από την πόρτα σας, δεν ξέρετε ποτέ…
Καλές Εορτές!