Η ενδομητρίωση είναι μια αρκετά συχνή πάθηση ιδίως σε γυναίκες άνω των 30 που δεν έχουν ακόμη παιδιά, κατά την οποία κύτταρα από το ενδομήτριο (το εσωτερικό της μήτρας) αναπτύσσονται σε άλλα σημεία μέσα στο σώμα, συνήθως γύρω από τη μήτρα, τις ωοθήκες, τις σάλπιγγες. Η ενδομητρίωση επηρεάζει 1 στις 10 γυναίκες κυρίως κατά την αναπαραγωγική τους ηλικία και αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες υπογονιμότητας.
Η αρχική θεραπεία της ενδομητρίωσης είναι πάντα χειρουργική με λαπαροσκόπηση ενώ μετά το χειρουργείο μπορεί να γίνει συμπληρωματική ορμονοθεραπεία.
Η ανοικτή χειρουργική (λαπαροτομία) δεν έχει πλέον θέση στην αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης για λόγους υπογονιμότητας, μια και η λαπαροσκόπηση προσφέρει μία εξαιρετικά ευκρινή εικόνα και επιτρέπει τη διερεύνηση όλων των εστιών ενδομητρίωσης, μια και η νόσος είναι συχνά πολυεστιακή. Ο χειρουργός αφαιρεί όλες τις ορατές εστίες ενδομητρίωσης, φροντίζοντας να διατηρήσει ιστούς όπως νευρικά πλέγματα χρήσιμα στη λειτουργία της ουροδόχου κύστης και του εντέρου. Πραγματοποιείται με τέσσερις μικρές τομές (5-10mm) δια μέσου των οποίων πραγματοποιούνται λεπτοί χειρισμοί και η ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου την επόμενη ημέρα.
Όταν ένα ζευγάρι πάσχει από ανεξήγητη υπογονιμότητα ή η γυναίκα έχει υποβληθεί σε ανεπιτυχείς προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης πρέπει να υποβάλλεται υποχρεωτικά σε λαπαροσκόπηση για αποκλεισμό πιθανής ενδομητρίωσης. Η λαπαροσκοπική θεραπεία ακόμη και πολύ μικρού βαθμού ενδομητρίωσης είναι απαραίτητη πρίν η γυναίκα προβεί σε θεραπείες υποβοήθησης αναπαραγωγής.