Ο υποβρύχιος κόσμος και τα μυστήριά του ασκούν έλξη σε πολλούς από εμάς, ή δέος και φόβο. Μέσα όμως στον γοητευτικό κόσμο του βυθού βρίσκονται τα κουφάρια πολλών και σπουδαίων ανθρώπινων κατασκευών. Οι ελληνικές θάλασσες είναι κατάσπαρτες από ναυάγια όλων των περιόδων της μακραίωνης ιστορίας του Ελληνισμού.
Ο γνωστότερος και ο πλέον καταρτισμένος δύτης στην Ελλάδα Κώστας Θωκταρίδης σε συνεργασία με το “Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη” προχώρησαν στην έκδοση ενός πρώτου τόμου με ολοκληρωμένη μορφή, η οποία περιλαμβάνει σπάνιο ανέκδοτο υλικό και εκδίδεται για πρώτη φορά στην Ελληνική Βιβλιογραφία.
Είναι ένα απέραντο μουσείο του βυθού, με πλοία σε πολλούς από εμάς άγνωστα για το ρόλο και σημασία που έπαιξαν τόσο σε συγκεκριμένες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, όσο και στην εξέλιξη της εμπορικής ναυτιλίας.
Η έκδοση των 500 περίπου σελίδων είναι δίγλωσση και συμπεριλαμβάνονται σε αυτή 20 ναυάγια και οι ιστορίες τους.
Είναι ένα απέραντο μουσείο του βυθού, με πλοία σε πολλούς από εμάς άγνωστα για το ρόλο και σημασία που έπαιξαν τόσο σε συγκεκριμένες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, όσο και στην εξέλιξη της εμπορικής ναυτιλίας.
Στην έκδοση συμπεριλαμβάνονται ανάμεσα σε άλλα και τα πλοία Πατρίς, Βασίλισσα Όλγα, Πανορμίτης, Britannic, Portugal, Μέρλιν, Κασσάνδρα και η ιστορία καθενός ξεκινά από τη στιγμή της κατασκευής του μέχρι το τελευταίο του ταξίδι. Παράλληλα με την ιστορία του πλοίου, η ιστορία της χώρας μας, οι ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν, ως ιστορική αναδρομή. Το πλούσιο και σπάνιο φωτογραφικό υλικό εκτός από τις φωτογραφίες των ερειπίων του βυθού συμπεριλαμβάνει, τα σινιάλα, διαφημίσεις της ακτοπλοΐας, σκίτσα, φωτογραφίες, αντικείμενα και απομεινάρια ναυαγίων καθώς και μαρτυρίες επιζώντων.
4To πλοίο ΑΘΗΝΑ
Επιλέξαμε πέντε από αυτές τις ιστορίες πλοίων και σας τις παρουσιάζουμε συνοπτικά:
ΚΛΕΙΩ
Στις 28 Ιουλίου του 1870, στη Γλασκώβη καθελκύστηκε το επιβατηγό πλοίο South Western. Τα πρώτα του ταξίδια έγινα ανάμεσα στο Μπέλφαστ και το Androssan. Μετονομάστηκε αργότερα σε Valetta από έναν πρωτοπόρο Σουηδό επιχειρηματία που εισήγαγε τα ατμόπλοια στις γραμμές της Μάλτας προς την Ιταλία, την Τυνησία και την Αδριατική. 29 χρόνια αργότερα αγοράστηκε από την εταιρεία του Πειραιά «Τζών μακ Δουαλ και Βαρβούρ». Μετονομάστηκε σε Κλειώ και παρά το μικρό του μέγεθος έκανε πλόες έως την Κρήτη και το Ιόνιο. Την Δευτέρα 5 Ιανουαρίου του 1904 ξεκίνησε από το λιμάνι του Πειραιά με προορισμό το Βόλο και ενδιάμεσες στάσεις στο Λαύριο, τη Χαλκίδα, τη λίμνη Ευβοίας.
Τα μεσάνυχτα της Τρίτης 6 Ιανουαρίου, ο υποπλοίαρχος αποκοιμήθηκε κατά τη βάρδια του με αποτέλεσμα το πλοίο να παρεκκλίνει από την πορεία του και δυο ώρες αργότερα να προσκρούσει στη βραχονησίδα Δίψα στα ανοιχτά του Μαραθώνα. Οι περισσότεροι επιβάτες ήταν στα κρεβάτια τους και ακολούθησαν στιγμές πανικού.
Οι επιβάτες σκαρφάλωσαν στη βραχονησίδα ενώ μετά από μιάμιση ώρα το ΚΛΕΙΩ βυθίστηκε.
Καθώς δεν υπήρχαν ασύρματοι, δεν μπορούσαν να ενημερώσουν τις αρχές. Ώρες αργότερα κατάλαβαν ότι είχε κάτι συμβεί αφού το πλοίο δεν είχε φτάσει στον επόμενο προορισμό του.
Τα 94 άτομα μαζί με το πλήρωμα στέκονται απελπισμένοι στη βραχονησίδα περιμένοντας να τους δουν. Είναι χωρίς προμήθειες και χωρίς τρόπο να προστατευθούν από το κρύο και τη βροχή. Τους εντοπίζει ένα ψαροκάικο αλλά δε μπορεί να τους δώσει βοήθεια, ενώ το ατμόπλοιο ΑΝΝΕΤ δε τους αντιλαμβάνεται.
Το κατωκάραβο του ΚΛΕΙΩ
Ο Στυλιανός Λυκούδης που υπηρετούσε τότε στο πλοίο ΕΥΡΩΤΑΣ υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της περισυλλογής των ναυαγών και γράφει: «Λάβαμε επείγον τηλεγράφημα στο Λαύριο όπου είμεθα αραγμένοι υπ΄ατμόν να πλεύσωμεν ολοταχώς εις Δίψαν προς περισυλλογήν και διάσωσιν ναυαγών. … είναι ένα μικρό νησί η Δίψα. Πολλές φορές το πέρασα δίπλα μέρα και μου άρεσε να βλέπω με το κυάλι το στολισμό του με μύρτα και καρπωμένες κουμαριές…………………………
Διαφήμιση της εταιρείας τού Τζων. (Συλλογή Α.Τζαμτζή).
Οι επιβάτες είχαν βγει στο νησί και πολλές κυρίες της πρώτης θέσεως που πετάχτηκαν από τις κουκέτες με τα νυχτικά τους, έδωσαν κάποια τραγική αναπαράσταση του νησιού της Καλυψούς και των νυμφών της». Είναι καταπληκτική, αργότερα στα δικαστήρια η μαρτυρία ενός χωριάτη ζωέμπορα στην δίκη που έγινε αργότερα: «……Τι ξέρω εγώ να πω κύριε Πρόεδρε. Το μόνο που είδα ήταν ότι ο καπετάνιος ανέβηκε πάνω στο γιοφύρι πως το λέτε με μια καφεσαντανού που την πήγαινε στη Θεσσαλονίκη και γλυκοκουβέντιαζαν οι δυο τους.
Είχε και ωραίο φεγγάρι»….. Στα χρόνια που ακολούθησαν το ΚΛΕΙΩ δέχτηκε την επίδραση των δυνάμεων της φύσης αλλά και του ανθρώπου. Βρίσκεται σε βάθος 30 μέτρωνΤο μεγαλύτερο τμήμα του πλοίου είναι το κατωκάραβό του. Μερικά μπρούτζινα φινιστρίνια βρίσκονται ακόμα στη θέση τους. Εντυπωσιακές είναι κάποιες σκάλες, οι οποίες άλλοτε οδηγούσαν στην ξύλινη υπερκατασκευή του ατμόπλοιου. Αν κάποιος παρατηρήσει καλά το βυθό θα δει σπασμένα πιάτα και άλλα αντικείμενα.
Μια σκάλα που κάποτε οδηγούσε στο μηχανοστάσιο μένει ακόμα όρθια
BURDIGALA
Τη δεκαετία του 1880 είχε θεσπιστεί το τρόπαιο του «Γαλάζιου Επισείοντα», το οποίο δινόταν στο υπερωκεάνιο που έκανε τον ταχύτερο διάπλου του Ατλαντικού. Ο Γερμανός Κάιζερ Γουλιέλμος ο Β΄ αποφασίζει ότι αυτός ο τίτλος πρέπει να ανήκει σε γερμανικό πλοίο. Καθελκύονται δυο και ένα από αυτά είναι το KAIZER FRIEDRICH, το 1897.
Όπως και άλλα υπερωκεάνια της εποχής σχεδιάστηκε για να μπορέσει να χρησιμεύσει και ως βοηθητικό καταδρομικό του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού.
Απόψεις από το ανώτερο κατάστρωμα πίσω από τη γέφυρα BURDIGALA
Απόψεις από το ανώτερο κατάστρωμα πίσω από τη γέφυρα BURDIGALA Το μήκους 185 μέτρων πλοίο ταξίδεψε μέχρι τη Νέα Υόρκη με πολλά τεχνικά προβλήματα, πέρασε πολύ καιρό στα ναυπηγεία για βελτιώσεις, δρομολογήθηκε μεταξύ Αμβούργου και Νέας Υόρκης και τελικά μετονομάστηκε σε BURDIGALA παίρνοντας έτσι το λατινικό όνομα του Μπορντώ, καθώς είχε αγοραστεί από Γαλλική εταιρεία. Ξεκίνησε τα νέα του ταξίδια από το Μπορντώ στο Μπουένος Άιρες. Στη συνέχεια επιτάχθηκε από το Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό. Το 1916 επιτάχθηκε για τις ανάγκες μεταφοράς συμμαχικών δυνάμεων προς τα Βαλκάνια.
Στις 9 Νοεμβρίου του 1916 απέπλευσε από την Τουλόν με τελικό προορισμό τη Θεσσαλονίκη έμφορτο με ενισχύσεις για το μέτωπο των Βαλκανίων. Κατέπλευσε στη Θεσσαλονίκη, αποβίβασε τα στρατεύματα και αναχώρησε για την Τουλόν με το πλήρωμα και 29 επιβάτες. Ενώ διέπλεε μεταξύ Κέας και Ευβοίας ακούστηκε μια ισχυρή έκρηξη που προκάλεσε τον κλονισμό ολόκληρου του σκάφους. Στον πλοίαρχο και το πλήρωμα επικράτησε η άποψη ότι το πλοίο είχε τορπιλιστεί. Αυτό που δεν ήξεραν ήταν ότι την προηγούμενη μέρα το γερμανικό υποβρύχιο U-73 είχε τοποθετήσει στο στενό μια σειρά από νάρκες.
Το BURDIGALA ήταν το πρώτο από πέντε πλοία που προσέκρουσαν σε νάρκες το επόμενο δεκαήμερο σε αυτό το σημείο.
Πεσμένη πυξίδα πίσω από το BURDIGALA
Ο Πλοίαρχος Francois Rolland έκρινε ότι το πλοίο θα μπορούσε να βυθιστεί σύντομα. Μην μπορώντας να κάνει κάτι για να σώσει το BURDIGALA, ο Πλοίαρχος σήμανε την εγκατάλειψη του πλοίου. Αφού βεβαιώθηκε ότι όλοι είχαν επιβιβαστεί στις σωσίβιες λέμβους, διέταξε την καθέλκυσή τους. Η διαδικασία εξελίχθηκε ομαλά και οι επιβαίνοντες σε λίγα λεπτά είχαν περισυλλεγεί από το αγγλικό αντιτορπιλικό RATTLESNAKE που είχε σπεύσει προς βοήθειά τους. Λίγες στιγμές αργότερα, λιγότερο από 10 λεπτά μετά από τη διαταγή εγκατάλειψης και 35 λεπτά μετά την έκρηξη, το BURDIGALA βυθίστηκε.
To ΒURDIGALA σήμερα βρίσκεται στον βυθό βορειοδυτικά της Κέας, σε βάθος 72 μέτρων. Παρά τον ένα σχεδόν αιώνα που έχουμε δια νύσει από τη βύθισή του, το ναυάγιο παραμένει σε εξαιρετική κατάσταση και σε όρθια θέση. Τα φουγάρα του πλοίου πιθανότατα απο- κολλήθηκαν κατά τη βύθισή του, ενώ και τα δύο κατάρτια του έσπα- σαν και βρίσκονται πεσμένα στη δεξιά πλευρά του ναυαγίου. Η ορατότητα στην περιοχή του ναυαγίου είναι πάρα πολύ καλή και προσεγγίζει τα 15 μέτρα, με αποτέλεσμα ο δύτης να έχει μια πανοραμική άποψη του ναυαγίου. Εντύπωση προ- καλεί η πολύ καλά διατηρημένη πρωραία υπερκατασκευή, η οποία είναι το ρηχότερο σημείο του ναυαγίου.
Το ναυάγιο του ΒURDIGALA αποτελεί, πέρα από ένα ιστορικό καταδυτικό προορισμό, και έναν ζωντανό ύφαλο που σφύζει από θαλάσσια ζωή.
Άποψη της γέφυρας του BURDIGALAΥΔΡΑ
Τον Οκτώβριο του 1929 η Ελληνική Κυβέρνηση προχώρησε σε παραγγελία τεσσάρων αντιτορπιλικών σε ιταλικά ναυπηγεία, προκειμένου να αντισταθμιστεί η παραγγελία ισάριθμων αντιτορπιλικών από την Τουρκία.Τα τέσσερα αδελφά πλοία πήραν τα ονόματα ΥΔΡΑ, ΨΑΡΑ, ΣΠΕΤΣΕΣ και ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ. Το ΥΔΡΑ καθελκύστηκε στις 21 Οκτωβρίου 1932 στα ναυπηγεία Cantieri Odero, στο Sestri Ponente της Ιταλίας. Το καλοκαίρι του 1940 πριν την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, το αντιτορπιλικό ΥΔΡΑ και άλλες μονάδες του στόλου έλαβαν διαταγές που αφορούσαν «την τήρηση της ουδετερότητας στα χωρικά μας ύδατα και την περιφρούρηση της τιμής της σημαίας και της ακεραιότητας της χώρας κατά οιουδήποτε που θα επιχειρούσε να την επιβουλευτεί».
To αντιτορπιλικό ΥΔΡΑΚαθ’ όλη τη διάρκεια της 21ης Απριλίου 1941, λόγω των ασταμάτητων αεροπορικών συναγερμών, το ΥΔΡΑ και τα άλλα αντιτορπιλικά βρίσκονταν συνεχώς εν πλω στον Σαρωνικό, προσπαθώντας να κρυφτούν στις νησίδες οι οποίες βρίσκονται δυτικά της Αίγινας. Από τις πρώτες πρωινές ώρες της 22ας Απριλίου, η δράση της εχθρικής αεροπορίας ήταν πιο έντονη παρά ποτέ. Ο Γρηγόριος Μεζεβίρης περιγράφει τα όσα ακολούθησαν: […Όταν έφθασαν στο ύψος του ΥΔΡΑ, περίπου 35 από τα αεροσκάφη αποχωρίστηκαν από τα υπόλοιπα και κατευθύνθηκαν προς αυτό. Βρισκόμενος στην πάνω γέφυρα διέταξα ανάπτυξη της μέγιστης ταχύτητας και πλεύση με ελιγμούς και στη συνέχεια έναρξη πυρός κατά του πρώτου σμήνους που βρέθηκε σε απόσταση βολής. Τα αεροπλάνα επιτίθεντο με κάθετη εφόρμηση, έβαλαν με βόμβες από μικρό ύψος και συγχρόνως πολυβολούσαν στοχεύοντας ιδίως τη γέφυρα.
Η κλίμακα που οδηγούσε στη γέφυρα στο ΥΔΡΑ
Το σημείο που το σκαρί του ΥΔΡΑ έχει λυγίσει
Το θρυλικό ναυάγιο βρίσκεται 7 ναυτικά μίλια βορειοδυτικά από το λιμάνι της Αίγινας και σε απόσταση περίπου 370 μέτρων από τη νήσο Λαγούσα.Το ναυάγιο του ΥΔΡΑ έχει καλυφθεί από θαλάσσιους οργανισμούς, ενώ αποτελεί πλέον καταφύγιο για πολλούς από τους κατοίκους του βυθού. Γύρω του υπάρχουν ακόμη επτά βόμβες, απομεινάρια της λυσσαλέας επίθεσης που δέχτηκε τον Απρίλιο του 1941.Το 1992 ανεγέρθηκε στη νησίδα Λαγούσα ένα μνημείο προς τιμήν των νεκρών του αντιτορπιλικού ΥΔΡΑ.
Αναπαράσταση της βύθισης τού ΒΠ ΥΔΡΑ σε πίνακα του Νικόλαου Κοντογεώργη. (Συλλογή Κώστα Θωκταρίδη).U-133Το U-133 παραγγέλθηκε τον Αύγουστο του 1939 στα ναυπηγεία Bremer Vulkan-Vegesacker Werft στη Βρέμη της Γερμανίας. Η τρόπιδα του υποβρυχίου τοποθετήθηκε την 21η Αυγούστου 1940, καθελκύστηκε στις 28 Απριλίου 1941 και παραδόθηκε στο Γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό στις 5 Ιουλίου του ίδιου έτους. Τo υποβρύχιο εντάχθηκε στη δύναμη του Γερμανικού Στόλου στις 7 Ιουλίου 1941. Τον Οκτώβριο του 1941 αναχώρησε από το Κίελο προκειμένου να ενταχθεί στον 7ο Στολίσκο Υποβρυχίων με βάση το St. Nazaire της κατεχόμενης Γαλλίας.
Eικόνες από την άφιξη του U-133 στο ναύσταθμο Σαλαμίνας 4Eικόνες από την άφιξη του U-133 στο ναύσταθμο Σαλαμίνας Το U-133 θα βρεθεί στον Βόρειο Ατλαντικό και από τον Κόλπο του Λαμπραντόρ στη Γροιλανδία όπου θα συνεργαστεί με άλλα υποβρύχια στην προσπάθεια διάσπασης των συμμαχικών νηοπομπών. Με καταγεγραμμένες πλεύσεις στο βόρειο Ατλαντικό και το Γιβραλτάρ, φτάνει στην ιταλική βάση της Μεσίνα. Την 1η Ιανουαρίου 1942, το U-133 θα αποπλεύσει έχοντας αναλάβει αποστολή να επιτεθεί στη συμμαχική νηοπομπή MW-8B, η οποία αποτελείτο από τέσσερα μεταγωγικά που μετέφεραν εφόδια από την Αίγυπτο στη Μάλτα και τα πολεμικά πλοία συνοδείας. Καταπλέει προς τον κατεχόμενο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Στις 14 Μαρτίου 1942, ώρα 17.00 ́ το U-133 αποπλέει από τον ναύσταθμο της Σαλαμίνας με πλήρωμα 45 ανδρών. Στις 19.02 ́ το υπο- βρύχιο πλέει στην επιφάνεια της θάλασσας, ανοιχτά της Αίγινας, όταν ξαφνικά ακούγεται μία τρομακτική έκρηξη.
Στη δεξιά πλευρά της πρύμνης διακρίνεται και η εξάτμιση του σκάφους
Στις 18 Ιανουαρίου του 1947 και ώρα 8.30 ́ το πρωί, το ΧΕΙΜΑΡΡΑ με 530 επιβάτες και 87 άνδρες πλήρωμα απέπλευσε από τη Θεσσαλονίκη με προορισμό τον Πειραιά. Ανάμεσα στους επιβάτες ήταν 244 αδειούχοι στρατιώτες, 34 πολιτικοί κρατούμενοι και 43 χωροφύλακες. Μετά τον απόπλου του, ο Πλοίαρχος ζήτησε και πέτυχε να παραμείνουν οι κρατούμενοι χωρίς δεσμά καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, όπως άλλωστε προστάζουν οι κανόνες της θάλασσας. Πλοίαρχος ήταν ο Σπύρος Π. Μπιλίνης, ένας από τους πλέον έμπειρους της ακτοπλοΐας. Τα μεσάνυχτα το ΧΕΙΜΑΡΡΑ κατέπλευσε στη Χαλκίδα και αφού έγινε αποβίβαση 9 επιβατών αναχώρησε για Πειραιά στη 1.30 ́ της 19ης Ιανουαρίου. Σύμφωνα με μαρτυρίες, στη Χαλκίδα επιβιβάστηκαν στο ατμόπλοιο 15 άτομα.
Τηλεγράφημα που βρέθηκε στο ΧΕΙΜΑΡΡΑΗ πλώρη του ΧΕΙΜΑΡΡΑ στρέφει δεξιά, όμως ο χρόνος δεν είναι επαρκής και προσκρούει με την αριστερή πλευρά του σε βραχώδη προεξοχή του υφαλοπρανούς της βραχονησίδας Θαρακωτό. Το πλοίο σείεται απ’ άκρη σ’ άκρη και τα φώτα σβήνουν. Οι επιβάτες ξυπνούν έντρομοι και προσπαθούν να καταλάβουν τι έχει συμβεί. Η σφοδρή πρόσκρουση προκάλεσε εισροή υδάτων από τα ύφαλα του πλοίου και επιπλέον έθεσε εκτός λειτουργίας το πηδά- λιο, με αποτέλεσμα το ΧΕΙΜΑΡΡΑ να μείνει ακυβέρνητο. [… Εκείνη την ώρα βρισκόμουν στο κατάστρωμα, θυμάται η κ. Αθηνά Λιάσκου που ταξίδευε με τη μητέρα της και δύο φίλες της. Έγινε η έκρηξη, έσβησαν τα φώτα, άρχισαν να φεύγουν ατμοί, πανζουρλισμός. Μέσα στο σκοτάδι δεν ξέραμε πού βρισκόμασταν και τι κάναμε, ακούγονταν φωνές από ’δω κι από ’κει, καθένας φώναζε τον δικό του άνθρωπο. Εγώ έψαχνα τη μητέρα μου, φώναζα στο κατάστρωμα μήπως τη δω ή την ακούσω, αλλά δεν τη βρήκα. Εν τω μεταξύ ο κόσμος κατέβαινε στις βάρκες…]
Μια ανεμοδόχος πεσμένη στο βυθό δίπλα στο ΧΕΙΜΑΡΡΑ
Ωστόσο μια σειρά από γεγονότα θα οδηγήσει σε μια τελείως ανεξέλεγκτη εγκατάλειψη. Το πλήρωμα κατέβαλε μεν φιλότιμες προσπάθειες, ωστόσο ήταν φανερό πως δεν είχε εκπαιδευθεί για να αντιμετωπίσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η ασυνεννοησία οδήγησε τους πανικόβλητους επιβάτες να εφαρμόσουν την αρχή «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» με ακόμη χειρότερα αποτελέσματα. Οι οπλίτες και οι χωροφύλακες που επέβαιναν στο πλοίο, έκαναν χρήση των όπλων τους προκειμένου να είναι οι πρώτοι που θα επιβιβαστούν στις σωσίβιες λέμβους, προκαλώντας ακόμη μεγαλύτερο πανικό. Το ΧΕΙΜΑΡΡΑ παρασυρόμενο από τον άνεμο και τα ισχυρά θαλάσσια ρεύματα που επικρατούσαν στην περιοχή, βυθίστηκε σε απόσταση 1.100 μέτρων περίπου από τη νησίδα Μεγάλο Βερδούγι (πλησίον της Αγίας Μαρίνας Αττικής).
Η κ. Αθηνά Λιάσκου περιέγραψε τη στιγμή της βύθισης: […Άρχισαν τα νερά να ανεβαίνουν επάνω και να παρασύρουν τους ανθρώπους. Δεν πήδηξα από το καράβι για να γλιτώσω, απλώς με πήραν τα κύματα πάνω από το καράβι προς τα ανοιχτά. Κρατούσα το χέρι της μητέρας μου από τη μια… μαζί μας έπεσαν στη θάλασσα και οι δύο φίλες μας αλλά κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν… έμεινα εγώ με τη μητέρα μου…. σκοτάδι, φωνές, κακό. Κάποια στιγμή άρχισε να ξημερώνει… την κράτησα περίπου 2 – 2,5 ώρες τη μητέρα μου ίσως και παραπάνω δεν ξέρω… κάποια στιγμή άρχισε να βαραίνει και εκείνη την ώρα έβαλα τις φωνές «χάνω τη μητέρα μου, χάνω τη μητέρα μου»! Αφέθηκα για να πάω κι εγώ μαζί της, αλλά ένας φαντάρος πιασμένος σε ένα βαρέλι με έπιασε από το χέρι και αναγκάστηκα να αφήσω τη μητέρα μου που βυθιζόταν μέχρι που πνίγηκε…] Στις 7 το πρωί της επόμενης ημέρας, ένα καΐκι διερχόμενο από την περιοχή του ναυαγίου εντοπίζει τους ναυαγούς του ΧΕΙΜΑΡΡΑ. Ήταν το πετρελαιοκίνητο καΐκι ΕΧΕΙ Ο ΘΕΟΣ του Ιορδάνογλου, το οποίο θα παραλάβει 30 ναυαγούς και θα τους μεταφέρει στους Πεταλιούς. […Είχα ξυλιάσει, διηγείται ο Σταμάτης Νικολαΐδης. Μαζί με άλλους 5 – 6 που κρατιόμασταν από την ίδια ξύλινη πόρτα είδαμε να πλησιάζουν καΐκια από τα Νέα Στύρα. Εμένα με ανέβασαν σε ένα καΐκι που μας έβγαλε στους Πεταλιούς. ] Ορισμένα από τα γράμματα που απαρτίζαν το όνομα του ΧΕΙΜΑΡΡΑ και άλλα αντικείμενα, τα οποία εκτέθηκαν το 2007 σε Έκθεση στο Ζάππειο.
4Ορισμένα από τα γράμματα που απαρτίζαν το όνομα του ΧΕΙΜΑΡΡΑ και άλλα αντικείμενα, τα οποία εκτέθηκαν το 2007 σε Έκθεση στο Ζάππειο. Ο Πλοίαρχος Σπ. Μπιλίνης επέμενε στις καταθέσεις του ότι το πλοίο δεν είχε αποκλίνει από την πορεία του και πως η βύθισή του ήταν αποτέλεσμα πρόσκρουσης σε μαγνητική νάρκη που είχε αποκοπεί από παρακείμενα ναρκοπέδια. Ο Μπιλίνης είχε πει τότε μιλώντας στην εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα»: […Έχω ήσυχη τη συνείδησή μου. Εγκατέλειψα τελευταίος το καράβι και δεν άφησα επιβάτη χωρίς σωσίβιο. Έδωσα την τελευταία στιγμή κι αυτό που είχα κρατήσει για τον εαυτό μου σ’ ένα στρατιώτη που δεν είχε. Κι έμαθα πως σώθηκε. Αυτό θα διαπιστωθεί από τα πτώματα. Πέθαναν οι πιο πολλοί από ψύξη. Κι όλοι θα βρεθούν με σωσίβια. Το καράβι από τη στιγμή της προσκρούσεως μέχρι την καταβύθιση δεν έμεινε στην επιφάνεια περισσότερο από 25 – 40 λεπτά της ώρας.] Στο ναυάγιο του ΧΕΙΜΑΡΡΑ έγιναν αρκετά χρόνια αργότερα εκτεταμένες εργασίες ανέλκυσης, οι οποίες ολοκληρώθηκαν τον Ιούλιο του 1968. Πεσμένες στον βυθό βρίσκονται ανέμες που άλλοτε φιλοξενού- σαν τους κάβους του πλοίου, καθώς και ανεμοδόχοι. Δίπλα στις ανεμοδόχους του πλοίου βρίσκονται διασκορπισμένα προσωπικά αντι- κείμενα των επιβατών του ΧΕΙΜΑΡΡΑ, μπότες, γόβες, παιδικά παπουτσάκια, χτένες, γυναικείες κάλτσες, σωσίβια και το ξίφος ενός αξιωματικού. Η παρουσία του ανθρώπινου στοιχείου είναι ιδιαίτερα έντονη και φέρνει στο νου σκηνές από την απίστευτη τραγωδία που διαδραματίστηκε εκεί. Χάθηκαν εκατοντάδες επιβάτες και 48 άτομα από το πλήρωμα. Το 2000, κατόπιν σχετικής αδειοδότησης, καταδυτική ομάδα ανέ- συρε από τον βυθό 178 αντικείμενα τα οποία, αφού συντηρήθηκαν, παραδόθηκαν στον Δήμο Ραφήνας προκειμένου να εκτεθούν στο κοινό. Ανάμεσα στα αντικείμενα που ανελκύστηκαν περιλαμβάνονται αλληλογραφία της εποχής, εφημερίδες, βιβλία, καθώς και τα μπρούντζινα γράμματα του ονόματος του πλοίου.