Από μικρός ο γιος του Αιγέα φαινόταν ότι είχε εξαιρετικό θάρρος. Για πρώτη φορά το απέδειξε αυτό όταν ο ατρόμητος Ηρακλής, σε ένα από τα πολλά του ταξίδια, σταμάτησε για λίγο στην Τροιζήνα. Ο βασιλιάς Πιτθέας είχε οργανώσει ένα συμπόσιο για να πμήσει το φημισμένο ήρωα, αφού οι άθλοι του και τα κατορθώματα του είχαν γίνει θρύλος. Ο Ηρακλής, συγκινημένος για την τιμή που του έκανε ο βασιλιάς, δέχτηκε με χαρά να συμμετάσχει στη γιορτή. Τα πιο σημαντικά πρόσωπα της πόλης και όλοι οι ευγενείς νέοι που στο μέλλον θα έπαιρναν υψηλά αξιώματα είχαν συγκεντρωθεί για να υποδεχτούν τον Ηρακλή.
Πριν καθίσει στο τραπέζι, ο Ηρακλής έβγαλε από πάνω του τη λεοντή, που τον έκανε άτρωτο, και την πέταξε στο έδαφος. Τα παιδιά του παλατιού νόμιισαν πως ένα ζωντανό λιοντάρι είχε μπει στο παλάτι και έφυγαν τρέχοντας φοβισμένα. Ο Θησέας, όμως, άρπαξε ένα μικρό σπαθί και όρμησε για να αντιμετωπίσει το θηρίο. Από τότε, οι δρόμοι του Θησέα και του Ηρακλή θα διασταυρώνονταν πολλές φορές στο μέλλον.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΕΞΑΓΝΙΣΜΕΝΟΥ ΗΡΩΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ύστερα από όλους αυτούς τους προφανέστατα τελετουργικούς φόνους, ο Θησέας είχε ανάγκη καθαρμού. Το καθήκον αυτό ανέλαβαν άνδρες από τη γενιά των Φυταλιδών που καλωσόρισαν τον ήρωα στο σημείο που η Ιερά Οδός διασχίζει τον ποταμό Κηφισό. Οι Φυταλίδες στα πλαίσια του εξαγνισμού προσέφεραν εξιλαστήριες θυσίες στον Μειλίχιο Δία, τον Δία του Κάτω Κόσμου ολοκληρώνοντας την πρώτη επαφή του ήρωα με το χθόνιο στοιχείο.
Μετά τον εξαγνισμό του ο νεαρός Θησέας ήταν έτοιμος να μπει στην Αθήνα και να διεκδικήσει την θέση του βασιλικού διαδόχου έχοντας ως διακριτικά του τα σανδάλια, καθώς και το πατρογονικό ξίφος βαμμένο με το αίμα τόσων ισχυρών αντιπάλων. Είχε περάσει επιτυχώς την πρώτη του μυητική δοκιμασία και είχε γίνει άξιος αναγνώρισης. Έφτασε, ωστόσο, στην Αθήνα ως ξένος. Εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Αθήνα ως σύντροφος του Αιγέα η μάγισσα της Κολχίδας, η Μήδεια.
Η ταυτότητα του ξένου ήταν ολοφάνερη για την εγγονή του Ήλιου με τις υπερκόσμιες δυνάμεις. Φοβούμενη ότι ο νεοφερμένος αλλά πρωτότοκος γιος θα διαδεχόταν τον Αιγέα στον θρόνο εξοβελίζοντας από τα βασιλικά προνόμια τον δικό της γιο, έπεισε τον Αθηναίο βασιλιά να θανατώσει τον ξένο προσφέροντάς του μία κούπα με δηλητηριασμένο κρασί κατά τη διάρκεια ενός θυσιαστικού δείπνου. Τη στιγμή της προσφοράς ο Θησέας τράβηξε το ξίφος του δήθεν για να τεμαχίσει το κρέας και ξαφνικά άστραψε στα μάτια του Αιγέα η αναγνώριση που τον έκανε να σπρώξει μακριά το κύπελλο με το δηλητήριο.
Η Μήδεια τότε, σύμφωνα με μια διήγηση, εξαφανίστηκε μαζί με το γιο της μέσα σ’ ένα πυκνό σύννεφο. Σε μια τέτοια θεϊκή γυναίκα δεν θα περιμέναμε να αποδοθεί μια λιγότερο εντυπωσιακή έξοδος! Αυτή πάντως δεν θα ήταν η μόνη συνάντηση του ήρωα με μια εγγονή του Ηλίου, με τη διαφορά ότι, ενώ η Μήδεια απείλησε τη ζωή του, εκείνη η δεύτερη, η Αριάδνη θα έκανε τα πάντα για να τη σώσει.
Ο Θησέας έγινε γρήγορα αποδεκτός από το λαό ως Αθηναίος βασιλικός απόγονος και διάδοχος, αλλά σφετεριστές του θρόνου δεν έπαψαν να υπάρχουν. Ο νέος εχθρός φάνηκε στο πρόσωπο του Πάλλαντα και των πενήντα γιων του, των λεγόμενων Παλλαντιδών. Ο Θησέας πληροφορήθηκε από έναν κήρυκα των Παλλαντιδών για μια ενέδρα που του είχαν στήσει και παραφυλάσσοντάς τους κατάφερε να εξοντώσει πολλούς από αυτούς, ενώ οι υπόλοιποι διασκορπίστηκαν. Ο κήρυκας είχε το όνομα Λεώς (=λαός).
Ο Θησέας, λοιπόν, με τη βοήθεια του «λαού» εξασφάλισε την κυριαρχία του στην Αττική. Έχοντας απαλλαγεί από τους εγχώριους εχθρούς που επιβουλεύονταν τη ζωή και την εξουσία του ο Θησέας ξεκίνησε για να αντιμετωπίσει ένα θηρίο που λυμαινόταν την περιοχή του Μαραθώνα. Το θηρίο αυτό ήταν ένας ταύρος που σύμφωνα με μία εκδοχή ήταν ο ίδιος εκείνος που αναδύθηκε από τη θάλασσα στη γη της Κρήτης και άναψε αφύσικο πόθο στην καρδιά της βασίλισσας Πασιφάης.
Εκείνο τον ταύρο είχε φέρει ο Ηρακλής στον Μαραθώνα ύστερα από εντολή του Μίνωα. Η αποστολή αυτή του Θησέα φαίνεται να μοιάζει περισσότερο με μια διαδικασία προετοιμασίας για την αναμέτρηση με τον Μινώταυρο που ήταν ο καρπός της ένωσης της Πασιφάης με τον ταύρο. Ο Θησέας με απίστευτη επιδεξιότητα, ανάλογη με αυτή που επεδείκνυαν οι νεαροί Κρήτες στα ταυροκαθάψια, τιθάσευσε τον θεόσταλτο ταύρο και τον έφερε ζωντανό στην Αθήνα, όπου και τον θυσίασε στο βωμό του Δελφινίου Απόλλωνα.
Έτσι εγκαινιάζεται η καταλυτική παρουσία του ταύρου στη ζωή του ήρωα, μια παρουσία που θα συνόδευε τόσο αυτόν, όσο και τις θεϊκές πριγκίπισσες της Κρήτης σε μια τραγική, παράλληλη πορεία. Λέγεται, μάλιστα, πως τα πρώτα νομίσματα που έκοψε ως βασιλιάς της Αθήνας έφεραν στη μια τους όψη μία ταυροκεφαλή. Τόσο στενή έμελλε να είναι η σχέση του ήρωα με το θεοποιημένο ζώο.