Μετά απ’ όλα τα κατορθώματα η φήμη του Θησέα ταξίδευε πολύ γρήγορα. Φτάνοντας στην Αθήνα τον ήξεραν πολλοί. Ο Αιγέας είχε ξαναπαντρευτεί τη Μήδεια, τη κόρη του Αιήτη του βασιλιά της Κολχίδας, η οποία ακολούθησε τον Ιάσονα αφού πήρε το χρυσόμαλλο δέρας, και δε γνώριζε ότι ο ήρωας ήταν γιος του. Έτσι υπέκυψε στις παραινέσεις της Μήδειας, που ήθελε να εξασφαλίσει το μέλλον του γιου της Μήδου, τον οποίο είχε αποκτήσει από τον Αιγέα, να φοβάται το νεαρό και προσπάθησε να τον ξεφορτωθεί.
Του ανέθεσε να απαλλάξει την Αθήνα από τον ταύρο του Μαραθώνα, που ήταν πάρα πολύ άγριος, με την ελπίδα ότι ο ταύρος θα τον κατασπαράξει. Ο Θησέας όμως, θανάτωσε τον ταύρο και γύρισε θριαμβευτής στον Αιγέα. Ο βασιλιάς τον κάλεσε σε γεύμα για να γιορτάσουν, δήθεν, τα επινίκια, αλλά με απώτερο στόχο να τον δηλητηριάσει με δηλητήριο που παρασκεύασε η προικισμένη με μαγικές ικανότητες Μήδεια.
Μόλις ο Θησέας αντιλήφθηκε το τι συμβαίνει, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το μεγάλο του όπλο: να δείξει στον πατέρα του τα σημάδια που αποδείκνυαν ότι ήταν γιος του. Έτσι έβγαλε, δήθεν τυχαία, το μαχαίρι που είχε αποσπάσει κάτω από το βράχο στην Τροιζηνία για να το χρησιμοποιήσει στο τραπέζι. Ο Αιγέας το αναγνώρισε, συνειδητοποίησε ότι προσπαθούσε να δηλητηριάσει το γιο του και αφού πέταξε μακριά το δηλητήριο, αγκάλιασε τον Θησέα και τον κάλεσε να συμβασιλεύσει μαζί του. Παράλληλα έδιωξε τη Μήδεια, η οποία πήρε το γιο της Μήδο και κατέφυγαν στη Φοινίκη.
Μετά τη δραματική αναγνώριση ο Θησέας κλήθηκε να πραγματοποιήσει το μεγαλύτερο από τους άθλους του, που τον έκανε γνωστό σ’ όλο τον αρχαίο, αλλά και το σύγχρονο κόσμο. Έπρεπε να απαλλάξει την Αθήνα από το δυσβάσταχτο φόρο απέναντι στην Κρήτη και τον Μινώταυρο.
Ανάμεσα στα θύματα του Μαραθώνιου ταύρου ήταν και ο γιος του βασιλιά Μίνωα, ο Ανδρόγεως. Άλλη διήγηση ήθελε τον Ανδρόγεω να πέφτει θύμα δολοφονίας, καθώς πήγαινε στη Θήβα για τους νεκρικούς αγώνες του Λαΐου. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο θάνατός του αποδιδόταν σε δόλο των Αθηναίων και του Αιγέα ειδικότερα. Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, ο Ανδρόγεως διατηρούσε φιλικές σχέσεις και ίσως είχε συνάψει μυστική συμμαχία με τους Παλλαντίδες που απειλούσαν την εξουσία του Αιγέα.
Μαθαίνοντας για το θάνατο του γιου του ο Μίνωας εκστράτευσε εναντίον της Αθήνας για να πάρει εκδίκηση. Ο ανελέητος πόλεμος σε συνδυασμό με διάφορες συμφορές (ξηρασία, πείνα, αρρώστιες) που έπεσαν στην Αττική και αποδόθηκαν σε θεϊκή τιμωρία, λύγισαν τους Αθηναίους. Ακολουθώντας τη συμβουλή της Πυθίας προσπάθησαν να εξευμενίσουν τον οργισμένο Μίνωα και συμφώνησαν να στέλνουν στην Κρήτη κάθε εννιά χρόνια εφτά νέους και εφτά νέες ως φόρο αίματος για τον νεκρό Ανδρόγεω.
Οι δεκατέσσερις νέοι, σύμφωνα με την πιο διαδεδομένη διήγηση, κατέληγαν στον λαβύρινθο, όπου και κατασπαράζονταν από τον Μινώταυρο. Όσο ο Θησέας βρισκόταν στην Αθήνα, ήρθε η εποχή του τρίτου δασμού. Ο ήρωας τότε όχι μόνο ακολούθησε τους άτυχους νέους στην αβέβαιη μοίρα τους, αλλά τέθηκε και αρχηγός της αποστολής με σκοπό να εξοντώσει το απεχθές ταυροκέφαλο τέρας.
Ο αντίπαλος όμως που περίμενε τον Θησέα στην Κρήτη δεν έμοιαζε με κανέναν απ’ όσους είχε αντιμετωπίσει ως τότε. Ίσως μάλιστα το εγχείρημα για την εξόντωσή του να μην είχε στεφθεί με επιτυχία αν δεν είχε προσφέρει την βοήθειά της η Αριάδνη, κόρη του Μίνωα και της Πασιφάης, εγγονή του Ηλίου και αδελφή του Μινώταυρου.
Η Αριάδνη, σύμφωνα με τις πιο διαδεδομένες διηγήσεις, ερωτεύτηκε τον Αθηναίο ήρωα που της υποσχέθηκε να την πάρει μαζί του στην Αθήνα και να την κάνει σύζυγο και βασίλισσά του και του έδειξε τον τρόπο για να βγει με ασφάλεια από τον Λαβύρινθο. Φαίνεται ότι ο αντίπαλος που καλούνταν να αντιμετωπίσει ο Θησέας δεν ήταν μόνο ο Μινώταυρος αλλά το σύμπλεγμα που δημιουργούσε ο Λαβύρινθος με τον Μινώταυρο στο εσωτερικό του. Όμως τι ήταν ο Λαβύρινθος και τι ο Μινώταυρος;
Η λέξη «λαβύρινθος» αντλεί την ετυμολογία της από τη λέξη «λάβρυς» που σημαίνει τον διπλό πέλεκυ, σύμβολο ισχύος της Μινωικής Κρήτης εξίσου σημαντικό με τα διπλά κέρατα του ταύρου, σε συνδυασμό με την κατάληξη –ινθος που σηματοδοτεί την έννοια του χώρου (βλ. Κόρινθος). Επομένως, ετυμολογικά ο Λαβύρινθος ήταν ο χώρος του διπλού πελέκεως και δεδομένης της στενής συμβολικής σχέσης του όπλου αυτού με τα κέρατα του ταύρου μπορεί να ειπωθεί ότι ο Λαβύρινθος ήταν ταυτόχρονα και ο χώρος του θεού ταύρου.
Ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, ωστόσο, περιγράφει τον Λαβύρινθο σαν έναν χορό που επινόησε ο Δαίδαλος για χάρη της Αριάδνης. Άλλες αναφορές τον περιγράφουν σαν τόπο χορού ή τόπο τέλεσης των ταυροκαθαψίων και των Κρητικών μυστηρίων. Το γεγονός ότι δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα κάποιο αρχιτεκτόνημα που να μπορεί να αποδοθεί ως λαβύρινθος εύλογα δημιουργεί τη σκέψη ότι ο Λαβύρινθος ίσως ήταν περισσότερο μία κατάσταση σώματος και πνεύματος που επιτυγχάνονταν σε συγκεκριμένο χώρο και/ή με συγκεκριμένο τρόπο.
Ο κλασικός λαβύρινθος πάντως που αναπαρίσταται σε Μινωικά νομίσματα παρουσιάζεται να έχει επτά διαδρόμους που κινούνται σπειροειδώς και οδηγούν κατευθείαν στο κέντρο, χωρίς αδιέξοδα και τυφλές στροφές. Ο εισερχόμενος σε αυτόν δεν χρειάζεται να επιλέξει το σωστό μονοπάτι. Η μόνη επιλογή που του διατίθεται είναι αν θα εισέλθει ακολουθώντας το μοναδικό μονοπάτι.
Οι επτά διάδρομοι τους οποίους έπρεπε κανείς να διασχίσει φέρνουν στο νου τα επτά στάδια απογύμνωσης που πέρασε η Ίσις κατά την κάθοδό της στον αιγυπτιακό Άδη. Δεν είναι καθόλου απίθανο ο Κρητικός Λαβύρινθος να υπήρξε μια μίμηση της καθόδου και της επακόλουθης ανόδου από τον Κάτω Κόσμο, μια τελετουργική διαδικασία θανάτου και αναγέννησης.
Αυτή την διαδικασία επόπτευε η Κυρά του Λαβυρίνθου. Η Αριάδνη ξέχωρα από τη θνητή ταυτότητά της είχε και μια θεϊκή που διακρινόταν από τη χαρακτηριστική διττότητα της θηλυκής αρχής. Είχε, επομένως, μία πλευρά φωτεινή και μία σκοτεινή. Ήταν ταυτόχρονα η πλέον άμωμη Αριάγνη ως υποχθόνια θεά και η διαυγής Αριδήλη ως ουράνια. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Ήταν η Αριάδνη, λοιπόν, η αφιερωμένη στον Ταύρο, όπως η γιαγιά της Ευρώπη και η μητέρα της Πασιφάη η μόνη που είχε εξουσία στον χώρο του Ταύρου και μπορούσε να διδάξει τον Θησέα. Σύμφωνα με την πιο γνωστή διήγηση του προσέφερε τον διάσημο μίτο που θα τον οδηγούσε με ασφάλεια πάλι στο φως του ήλιου.
Όμως οι απεικονίσεις του Λαβυρίνθου που τον παρουσιάζουν με μία μοναδική διαδρομή που εύκολα οδηγούσε πάλι στην έξοδο δικαιολογούν περισσότερο την μάλλον παλαιότερη εκδοχή που θέλει την Αριάδνη να δίνει στον Θησέα το φωτεινό στεφάνι της για να του δείχνει τον δρόμο μέσα στα ζοφερά σκοτάδια του Λαβυρίνθου / Άδη. Αυτό το στεφάνι ήταν δώρο από τον θεό στον οποίο ήταν αφιερωμένη και η πράξη της να το δώσει στον Θησέα αποκαλύπτει μία προδοσία.
Η προδοσία, βέβαια, της Αριάδνης και ταυτόχρονα το πεπρωμένο της ολοκληρώθηκε τη στιγμή που έγινε συνεργός στο φόνο του αδελφού της, εγκατέλειψε οικογένεια και πατρίδα για να φύγει με τον όμορφο ξένο που της υποσχέθηκε γάμο και μια νέα ζωή. Η πορεία της υπήρξε ως ένα σημείο παράλληλη με αυτή της Μήδειας, της άλλης εγγονής του Ηλίου που σκότωσε τον αδελφό της, πρόδωσε τον πατέρα της και έφυγε μακριά από τη χώρα της για την αγάπη ενός ξένου.
Η άλλη πλευρά του μυστηρίου σχετίζεται με τον Μινώταυρο. Το αφύσικο αυτό πλάσμα που έγινε γνωστό ως ταύρος του Μίνωα είχε ένα όνομα ουράνιο. Λεγόταν Αστέριος και σ’ όλες τις απεικονίσεις του παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα. Με το ίδιο αυτό όνομα προσφωνούνταν και ο Διόνυσος σαν αγόρι και παιδί των μυστηρίων. Υπάρχει μάλιστα μια ενδιαφέρουσα αγγειογραφία την οποία μνημονεύει ο Κερένυϊ και η οποία απεικονίζει την Αριάδνη ως παραμάνα του μικρού Διονύσου. Ο Διόνυσος φαίνεται να ταυτίζεται στην ουσία του με τον Μινώταυρο.
Στην Ήλιδα, μάλιστα, όπου η Μινωική επιρροή υπήρξε έντονη, ο Διόνυσος λατρευόταν ξεκάθαρα ως ταύρος. Οι γυναίκες της Ήλιδας τον καλούσαν να έρθει κοντά τους με πόδι ταύρου και τον επικαλούνταν ως άξιο ταύρο (Μία πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση στον μύθο του θεού με το πόδι ταύρου παρουσιάζει ο Robert Graves στη «Λευκή Θεά» του). Ο Διόνυσος ήταν αυτός που είχε χαρίσει το λαμπερό στεφάνι στην Αριάδνη και αυτός που κρυβόταν ως πρόσωπο ταμπού στο κέντρο του Λαβυρίνθου.
Σύμφωνα με μια αφήγηση που παραδίδει ο Υγίνος, υπήρξε θεϊκός σύζυγος της Αριάδνης πριν αυτή γνωρίσει τον Θησέα. Αποτελούσαν μαζί το βασιλικό ζευγάρι των Κρητικών μυστηρίων με τη διπλή υπόστασή τους, την υποχθόνια και την ουράνια. Οδηγούσαν όσους μυούνταν, στην ένωση με το θείο. Την ίδια δοκιμασία έπρεπε να περάσει και ο Θησέας για να σώσει τον εαυτό του και τον τόπο του.
Σκοτώνοντας τον Μινώταυρο θυσίασε τον γήινο ταύρο-εαυτό του και αφού πέρασε το κατώφλι του θανάτου, αντίκρισε τον Αστέριο, τον θείο / Διονυσιακό αναγεννημένο στην υπέρτατη γνώση εαυτό του με τη μορφή του ουράνιου, συμπαντικού παιδιού. Έτσι -πάντα υπό την καθοδήγηση της Κυράς του Λαβυρίνθου και το φως του θεϊκού στεφανιού της- αναδύθηκε μ’ έναν στροβιλιζόμενο και εκστατικό χορό καινούργιος και ολοκληρωμένος.